Saturday 3 January 2015

Το “κρίσιμο” και το “ουσιώδες” της επερχόμενης εκλογής (επιχειρηματικότητα ή χάος)

Στις επερχόμενες εκλογές (όπως σε κάθε εκλογές) οι πολίτες πέρα από το όποιο συγκεκριμένο ή συγκεχυμένο πρόγραμμα, αποφασίζουν τη γενική φιλοσοφία που θα διέπει τις μελλοντικές αποφάσεις. Το προκείμενο δίλημμα σίγουρα δεν είναι αν το μείγμα περιοριστικής οικονομικής πολιτικής που επέβαλαν στην Ελλάδα οι δανειστές ήταν βέλτιστο, ή αν για παράδειγμα θα ήταν προτιμότερη μια προσέγγιση παρόμοια με εκείνη που ακολουθήθηκε στις ΗΠΑ (με πιστωτική και δημοσιονομική επέκταση για στήριξη της ζήτησης). Αυτό είναι “ουσιώδες” βεβαίως, αλλά όχι “κρίσιμο” σε τούτες τις εκλογές. Το κεντρικό (φιλοσοφικό) δίλημμα τούτων των εκλογών μας καλεί να απαντήσουμε αν θα στηρίξουμε και προασπίσουμε την επιχειρηματικότητα ως κόρην οφλαλμού ή αν θα επιστρέψουμε στον κρατισμό. Όλα τα άλλα είναι δευτερεύοντα ή παρεμπίπτοντα.

Δεν πάμε στις κάλπες για να κουνίσουμε το δάχτυλο στην Μέρκελ, αλλά για να χαράξουμε πορεία για το μέλλον μας. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν “κρίσιμες” διαφορές ανάμεσα στην ασκούμενη οικονομική πολιτική που προτείνουν στην Ευρώπη η Μέρκελ και στις ΗΠΑ ο Ομπάμα, ενώ σε κάθε περίπτωση το δίλημμα των ελληνικών εκλογών δεν είναι καν προσανατολισμένο προς αυτή την κατεύθυνση. ΗΠΑ και Ευρώπη μπορεί να διαφωνούν στο μείγμα πολιτικής για την αντιμετώπιση της κρίσης, όμως συμφωνούν απόλυτα επί του κομβικού (“κρίσιμου”) ζητουμένου: οι πολιτικές αμφοτέρων έχουν στο επίκεντρο την επιχειρηματικότητα. Αμφότεροι (Μέρκελ και Ομπάμα) δέχονται ότι ο πλούτος παράγεται από τον ιδιωτικό τομέα. Οι αποφάσεις αμφοτέρων στοχεύουν στην με διαφορετικούς τρόπους διευκόλυνση του ιδιωτικού τομέα να μεγιστοποιήσει το αποτέλεσμα, με διασφάλιση ευνοϊκών μακρο-οικονομικών συνθηκών, στις μεν ΗΠΑ με στήριξη της εγχώριας ζήτησης και τόνωση δημοσίων επενδύσεων για τη μείωση της ανεργίας, στην δε Ευρώπη με περιστολή των μακρο-οικονομικών ανισορροπιών (χρέος, ελλείμματα, απὠλεια ανταγωνιστικότητας) και τόνωση της εξωστρέφειας.

Οι ειδικοί δεν θα συμφωνήσουν ίσως ποτέ ως προς το ποιο ακριβώς μείγμα πολιτικής είναι βέλτιστο, αν και υπάρχουν απτά αποτελέσματα και στις δυο προσεγγίσεις, αφού οι (διαφορετικοί) αντικειμενικοί στόχοι επιτυγχάνονται και εδώ και εκεί. Η ακαδημαϊκή περί τούτου συζήτηση είναι γόνιμη και ενδιαφέρουσα. Όμως το δίλημμα των ελληνικών εκλογών είναι άλλο. Το κομβικό ζήτημα είναι ένα: Η επιχειρηματικότητα. Σε τούτο συμφωνούν και οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί (άσχετα από το μείγμα πολιτικής) και γι’ αυτό συνεχίζουν τις διατλαντικές διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία μιας κοινής οικονομικής ζώνης προς αμοιβαίο όφελος. Σε τούτο ακριβώς το κομβικό ζήτημα (σχετικά με την επιχειρηματικότητα) εμφανίζεται παραδόξως διχασμένο το πολιτικό σύστημα στη χώρα μας ενόψη εκλογών. Δηλαδή εμείς διαφωνούμε σε ένα θέμα που όλοι οι άλλοι έχουν συμφωνήσει εδώ και δεκαετίες: στην επιχειρηματικότητα.

Πραγματικά “κρίσιμες” (και όχι απλώς “ουσιώδεις”) διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στις πολιτικές εκείνες που έχουν την επιχειρηματικότητα στο επίκεντρο από τη μια μεριά (που εφαρμόζονται σήμερα με επιτυχία σε Ευρώπη και Αμερική) και εκείνες που βρίσκονται στον αντίποδα αυτών, που με φασιστικό, ή νεο-κομμουνιστικό (δήθεν “ριζοσπαστικό”) προκάλυμμα έχουν τον κρατισμό και τον αντικαπιταλισμό στην καρδιά τους, που εχθρεύονται και τιμωρούν την ιδιωτική πρωτοβουλία και εκλαμβάνουν την επιχειρηματικότητα ως ενόχληση (όπως είναι οι πολιτικές που εφαρμόζονται στην Βενεζουέλα των Τσαβιστών, τη Ρωσία του Πούτιν, ή την Αργεντινή της Κρέσνερ, οι οποίες αποτελούν προφανή έμπνευση για τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, της ΧΑ, των ΑΝΕΛ, και του ΚΚΕ στη χώρα μας).

Δεν μιλάμε εδώ απλά για τη διαφορά ανάμεσα στον λαϊκισμό και την υπευθυνότητα, ούτε για την υποτιθέμενη αντίθεση προς το μνημόνιο, αλλά για κάτι βαθύτερο και καταλυτικότερο. Αν ήταν απλά να μιλάμε για διαβάθμιση ως προς το λαϊκισμό (ποιος είναι περισσότερο ή λιγότερο λαϊκιστής) ασφαλώς δε θα βρίσκαμε αθώους, αν και θα βρίσκαμε ποσοτικές διαφορές ανάμεσα στο σχετικά υπεύθυνο κέντρο και τα ολότελα λαϊκίστικα κόμματα των άκρων (και των ακροτήτων), όμως οι διαφορές αυτές δεν είναι καθοριστικές (“κρίσιμες”) ως προς την ουσία, όσο κι αν  είναι ουσιώδεις (ως προς το μέτρο).

Αυτό αντιθέτως που είναι όντως καθοριστικό (“κρίσιμο”) είναι η διαφορετική προδιάθεση των δύο αντίπαλων στρατοπέδων απέναντι στην επιχειρηματικότητα. Αυτό τελικά κρίνεται στις επερχόμενες εκλογές. Από το αν θα επικρατήσει η μία ή η άλλη φιλοσοφία (επιχειρηματικότητας ή κρατισμού) θα κριθεί τελικά και το αν τα πρώτα μπουμπούκια της ανάκαμψης (που έχουν ήδη φανεί) θα ανθίσουν ή θα μαραθούν, αν δηλαδή η χώρα θα προχωρήσει με επιμονή και εγκαρτέρηση στον υπεύθυνο, δύσκολο, αλλά ελπιδοφόρο δρόμο της ανάπτυξης που έχει ήδη χαραχτεί, ή αν από κόπωση, θυμό, ή τρέλα, θα πισωγυρίσει στη χίμερα του κρατισμού, της αντικαπιταλιστικής ρητορίας, στην κατεύθυνση άλλων εποχών, όπισθεν ολοταχώς, όταν όλοι γύρω μας θα φεύγουν μπροστά.

Δεν αρκεί μια ηπιότερη, ή “ρεαλιστικότερη” διαπραγματευτική στάση προς τους δανειστές (που υποτίθεται τελευταία ανειλικρινώς προφασίζεται πως υιοθετεί ο ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να υφαρπάξει την ψήφο κεντρώων που ανησυχούν για το ευρώ) – ούτε πολύ περισσότερο θα αρκεί απλά να μείνουμε στο ευρώ. Πλέον αποφασιστική σημασία έχει αν η ευρύτερη φιλοσοφία ενός κόμματος της ριζοσπαστικής (νεοκομμουνιστικής) αριστεράς είναι ενάντια σε τούτο το κεντρικό περί επιχειρηματικότητας ζητούμενο. Διότι οι ιδιωτικές επενδύσεις που χρειάζεται να γίνουν στη χώρα, απλά θα ματαιωθούν όχι αναλόγως του τί διαπραγμάτευση κάνουμε με την τριμερή, αλλά αναλόγως του αν η γενική μας φιλοσοφία είναι φιλοεπενδυτική ή αντικαπιταλιστική. Ο κίνδυνος με το ΣΥΡΙΖΑ έγκειται όχι τόσο στην πιθανότητα να τραβήξει το σκοινί με την Τρόικα μέχρι να βρεθούμε εκτός ευρώ, αλλά πολύ περισσότερο (ακόμη κι αν βάλει νερό στο κρασί του και βρεθεί κάποια συμβιβαστική φόρμουλα) στο πώς θα σταθεί (έπειτα από μια πιθανολογούμενη συμφωνία) απέναντι και ενάντια στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, ο οποίος τομέας αποτελεί τη μόνη ελπίδα για τη χώρα μας. Με άλλα λόγια ο κίνδυνος αφορά την εσωτερική διακυβέρνηση και όχι την εξωτερική διαπραγμάτευση.

Το διακύβευμα δεν είναι “μνημόνιο – αντιμνημόνιο”, “τρόικα ή ξε-τρόικα”, αλλά κατά κύριο λόγο: “επιχειρηματικότητα ή κρατισμός”. Προκοπή και ανάκαμψη ή πισωγύρισμα και τέλμα. Ρεαλισμός ή ουτοπία. Ιδιωτική πρωτοβουλία ή χάος. Το ατυχές είναι πως στο στρατόπεδο της “υπευθυνότητας” ηγείται σήμερα (όπως το έφεραν οι περιστάσεις) μια δύναμη (η ΝΔ) που παρά τις παλαιόθεν δάφνες δεν έχει πείσει ούτε για την ειλικρινή φιλικότητα της προς την επιχειρηματικότητα, ούτε για την γνήσια και μόνιμη αποστροφή της προς τον λαϊκισμό και τον κρατισμό (το ότι σε αυτά τα θέματα εμφανίζει σήμερα την υψηλότερη συγκριτικά βαθμολογία στην τάξη, δε σημαίνει ότι περνάει και τη βάση, άλλωστε η “καλή διαγωγή” του τελευταίου διαστήματος οφείλεται στην έξωθεν επιτήρηση μάλλον παρά στην ένδοθεν αφοσίωση!). Όμως η φύση του εκλογικού συστήματος (μπόνους 50 εδρών στο πρώτο κόμμα) και το μέγεθος του κινδύνου από την αντίπερα όχθη (του αφηνιασμένου κρατικίστικου λαϊκισμού και της αντι-επιχειρηματικότητας που φαίνεται να επελαύνει με έπαρση προς την εξουσία), αφήνει ελάχιστα περιθώρια για αρτιότερες επιλογές για την υποστήριξη ποιοτικότερων υποψηφίων με καθαρότερο λόγο και πειστικότερες περγαμηνές (ΔΡΑΣΗ, ΠΟΤΑΜΙ, κλπ).


Η πρώτη προτεραιότητα, φευ, είναι να αποσοβηθεί ο άμεσος κίνδυνος εκτροχιασμού της πορείας ανάκαμψης, να προστατευτεί η οικονομία από τις ακρότητες και τον ερασιτεχνισμό των ακραίων, να θωρακιστεί η επιχειρηματικότητα ως η μόνη ελπίδα σωτηρίας και προόδου από τα νύχια και τις διανοητικές εμμονές και ψυχώσεις των εντόπιων εχθρών της, έστω υπό την αβέβαιη ασπίδα ευκαιριακών προασπιστών της. Αν κάποιος φόβος οδηγεί τις επιλογές μας, ας είμαστε ξεκάθαροι, πως αυτός δεν είναι ο φόβος εξόδου από το ευρώ, αλλά ο πολύ πιο πραγματικός και πολύ πιο ουσιαστικός φόβος των μακροπρόθεσμων καταστροφικών συνεπειών από μια νεοκομμουνιστική πολιτική εχθρική προς την επιχειρηματικότητα, που θα οδηγήσει την οικονομία σε μόνιμη και αναπότρεπτη παρακμή και τη χώρα στο περιθώριο των εξελίξεων.

2 comments:

  1. To πρόβλημα είναι πως η ΝΔ αυτή τη στιγμή ασκεί μια πολιτική εχθρική προς την επιχειρηματικότητα, τον ιδιωτικό τομέα, τις επενδύσεις, είναι ένα λαϊκίστικο κόμμα που απομόνωσε όσους εκσυγχρονιστές είχε στις τάξεις της και προσπαθεί να ασκήσει πολιτική με τους όσρους του ΣΥΡΙΖΑ. Λυπάμαι αγαπητ΄ς αρθρογράφε, αν και συμφωνώ στα περισσότερα μαζί σου, όσο αρχηγός της ΝΔ είναι ο Σαμαράς και πολιτεύεται με Βορίδηδες, Γιακουμάτους και Ντινόπουλους προτιμώ να κόψω το χέρι μου παρά να τη ψηφίσω. Ποτάμι ίσως ή Δράση, ΔηΞα.
    Όσο πισωγύρισμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, άλλο τόσο είναι αυτή η ΝΔ άλλωστε...

    ReplyDelete
  2. Δε διαφωνώ στην κριτική προς τη ΝΔ όμως βρίσκω κάπως "εύκολη" την εξίσωση με το ΣΥΡΙΖΑ. Εξαίρετη η ανάλυση του Μάνου (που νομίζω τονίζει τη σκοπιά που υπογραμμίζετε κι εσείς, αποφεύγοντας όμως την εξίωση): http://www.kathimerini.gr/798213/opinion/epikairothta/politikh/h-dramatikh-pragmatikothta

    ReplyDelete