Πολλές φορές κατηγορούμε τους πολιτικούς ότι κάνουν ξεδιάντροπο εμπόριο ελπίδας. Ο ανέξοδος λαϊκισμός μας έφερε εδώ. Μα μη ξεχνούμε πουλούσαν ψέμα, επειδή πολλοί αγόραζαν όσο - όσο. Εμείς οι από κάτω δίναμε την εξουσία και την ψήφο μας σ’ όποιον λαοπλάνο χάϊδευε πιο βαφκαλιστικά τ’ αφτιά μας. Εκμαιεύαμε το ψέμα με δέλεαρ την ψήφο. Οι από πάνω ήταν οι δράστες και μεις οι από κάτω οι ηθικοί αυτουργοί. Όμως τώρα τα ψέματα τελείωσαν, και μαζί όχι απλώς έχουμε χάσει κάθε ελπίδα, αλλά ολότελα απεμπολήσαμε το Δικαίωμα στην Ελπίδα.
Αυτό το Δικαίωμα στην Ελπίδα είναι που πρέπει και πάλι να διεκδικήσουμε, γιατί το έλλειμμα ελπίδας έχει και τεράστιο οικονομικό κόστος. Όχι μόνο ο καταναλωτής δεν καταναλώνει κι ο αποταμιευτής φυγαδεύει τις αποταμιεύσεις, αλλά κι ο επιχειρηματίας δεν επενδύει, κι ο εργοδότης δεν προσλαμβάνει, και τέλος ο Αγανακτισμένος αγανακτεί, βγαίνει στους δρόμους και φοβίζει και τον Ευρωπαίο, ο οποίος ενδεής κι αυτός κάθε ελπίδας για τις προοπτικές αυτού του τόπου θα διστάσει να δανείσει, ή να “διασώσει”. Η απελπισία έχει κόστος βαρύ, κόστος οικονομικό, και κοινωνικό πέρα βεβαίως και από το ακόμη βαρύτερο ψυχολογικό.
Όμως πολιτική ευθύνης, αντιλαϊκιστική δεν είναι πολιτική παραίτησης ή μαυρίλας, μα κατ’ εξοχή πολιτική ελπίδας, γνήσιας και ρεαλιστικής. Διότι εκπορεύεται από ρεαλιστική επίγνωση του προβλήματος, αντικειμενική ανάλυση των διαθέσιμων μέσων προς επίλυση αυτού, και αποφασιστική αλλά ήρεμη λήψη και πιστή εφαρμογή απλών και ελπιδοφόρων αποφάσεων, που πάνω από όλα συνίσταται στην βαθειά πίστη στις δυνάμεις του λαού μας για υπέρβαση.
Η πολιτική μας τάξη σήμερα αυτομαστιγώνεται (δικαίως) αλλά και (ατυχώς) αδυνατεί να επικοινωνήσει ακόμη και τα θετικά επιτεύγματα της τρέχουσας περιοριστικής πολιτικής επειδή έχει χάσει την αξιοπιστία της. Έτσι προδίδει το δικαίωμα του λαού για ελπίδα. Γιατί εν μέσω μάχης οι ηγέτες πάνω από όλα πρέπει να εμπνέουν ελπίδα κι αυτοπεποίθηση. Και τότε στο όραμα της πίστης για την τελική νίκη, όλοι συνεπαίρνονται και ορμούν εμπρός, με αυταπάρνηση, δύναμη κι ακάθεκτη ορμή. Μάχη είναι και τούτη της οικονομίας. Ένα λάβαρο ελπίδας ψηλό και φωτεινό χρειάζεται κι ο λαός για να προστρέξει, για να κάνουμε όλοι μαζί το γιουρούσι και να κερδίσουμε το μεγάλο στοίχημα. Με τη μιζέρια και την ηττοπάθεια καμιά πολιτική δεν μπορεί να πετύχει. Πίστη στην τελική νίκη, πίστη στην ορθότητα της πορείας χρειάζεται για να κατισχύσουμε. Πίστη στην αναγκαιότητα και αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων θυσιών.
Η κρίση είναι μεν επαχθής, είναι όμως και καθαρτική. Πρώτα από όλα οδήγησε στην διάγνωση και συνειδητοποίηση της ασθένειας, που τώρα πια όλοι ξέρουμε πως δεν είναι άλλη από τον κρατισμό, γονέας του υπερδανεισμού και απότοκος όσο και τοκέας του με δανεικά χρηματοδοτούμενου υπερκαταναλωτισμού. Σαν τον αριμάνιο καπνιστή που ζούσε τη δική του άρνηση μέχρι που ένα πικρό πρωί του άνοιξε τα μάτια κάποιος ογκολόγος με μια δυσάρεστη ακτινογραφία στο χέρι. Τραγική διαπίστωση μεν, ότι είχαμε πάρει τη ζωή μας λάθος, κι ότι το παλιό μοντέλο ήταν καταστροφικό, όμως η αυτογνωσία είναι πάντα καλύτερη της εθελοτύφλωσης και αρχή κάθε ίασης, κι αυτό καθαυτό το γεγονός αυτής της συλλογικής γνώσης την οποία μας κόμισε η κρίση είναι αφάνταστα ελπιδοφόρο. Διότι τώρα συνειδητοποιούμε τα καταστροφικά αποτελέσματα της εξάρτησης από τη νικοτίνη του υπερδανεισμού. Και πρωτύτερα βέβαια πολλοί λέγαμε τα ίδια, βοώντες εν τη ερήμω, όμως φαίνεται μόνη ικανή πειθώς είναι ο ορατός κίνδυνος του θανάτου.
Χάρη στην κρίση το μοντέλο ήδη αλλάζει. Εκόντες άκοντες οι πολιτικοί μας, την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενοι, προωθούν δύσκολες αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Έστω κι αν τα χουμε κάνει σαλάτα στο φορολογικό, έστω κι αν πολλά από τα μέτρα είναι στη μερικότητα τους ατελέσφορα και αντιφατικά, όμως η συνολική εικόνα είναι αυτή μιας βαθύτατης αλλαγής που έχει ορισμένα κύρια χαρακτηριστικά. Λοιπόν, αν η ηγεσία μας ήταν σε θέση να εξηγήσει τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της αλλαγής, θα ήταν ίσως και σε θέση να εμπνεύσει το λαό με λίγη ελπίδα, διότι όλοι θα διαπιστώναμε τη λογική των επιχειρούμενων αλλαγών στο μακροοικονομικό επίπεδο. Αντίθετα όμως σε επικοινωνιακό επίπεδο όλη η δημόσια συζήτηση μένει κολλημένη στον πόνο που οι αλλαγές επιφέρουν σε επίπεδο ατομικό. Έτσι όμως απλά τροφοδοτούμε τη στείρα άρνηση.
Είναι βέβαια δίκαιο και σωστό να ενσκύπτουμε όλοι στα βάσανα των πολιτών, να συμπάσχουμε με τον άνεργο οικογενειάρχη, τον εργαζόμενο που αγωνιά για το αύριο και αναγκάζεται να ζήσει με λιγότερα σήμερα, το μικροκαταθέτη ή το συνταξιούχο που ανησυχεί εύλογα για το αποκούμπι του και τους μόχθους μιας ζωής. Όμως αν πραγματικά νοιαζόμαστε για τον καθένα πολίτη ξεχωριστά που σήμερα υποφέρει, δεν θα του προσφέρουμε καμία υπηρεσία κλαψουρίζοντας απλά μαζί του για να κάνουμε επίδειξη συμπάθειας. Ο λαός δεν έχει ανάγκη τη συμπάθεια της ηγεσίας του, έχει ανάγκη τις ηγετικές της ικανότητες. Έχει ανάγκη από λύσεις στα προβλήματα. Θέλει ελπίδα, όχι μοιρολόγια. Και τέλος – τέλος δεν ταιριάζει σε αξιοπρεπείς λαούς να κλαψουρίζουν για την τύχη τους. Αυτό που κάνουν λαοί σε κρίση είναι να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους και με σώφρονες αλλά ριζοσπαστικές επιλογές να την αλλάξουν προς το καλύτερο, μαθαίνοντας από τα λάθη του παρελθόντος.
Γι αυτό πρέπει επιτέλους η ηγεσία μας να εξηγήσει στο λαό γιατί ο σημερινός πόνος είναι επένδυση για το αύριο. Να πείσει, όχι πια με ψέματα, αλλά με λογικά επιχειρήματα γιατί οι θυσίες είναι και αναγκαίες από τη μια, αλλά και θα φέρουν αποτέλεσμα από την άλλη. Αυτή είναι η κρίσιμη πρόκληση της νέας ηγεσίας του υπουργείου οικονομικών. Να εξηγήσει και να εμπνεύσει. Να σηκώσει ένα ψηλό και φωτινό λάβαρο. Να περιγράψει το όραμα της νέας Ελλάδας, της Ελλάδας με ένα νέο δυναμικό και ανταγωνιστικό μοντέλο. Της Ελλάδας που με πίστη και δύναμη αφήνει πίσω το καταναλωτικό μοντέλο του κρατισμού που βασιζόταν στα εξωτερικά δάνεια, την έναντι δυσβάσταχτου τιμήματος φουσκωμένη εσωτερική ζήτηση και τις εισαγωγές και τον παρασιτισμό, που δημιουργούσαν μια εικονική επίφαση ανάπτυξης, για ένα νέο μοντέλο που βασίζεται στην εγχώρια παραγωγή, στην αύξηση της εξωστρεφούς προσφοράς, που παράγει αγαθά και ανταγωνίζεται διεθνώς, που εξάγει και που αποπληρώνει τα παλιά δάνεια και δεν φορτώνει νέα στις μελλοντικές γενιές.
Πρέπει επιτέλους η ηγεσία μας να πιστέψει η ίδια στο νέο αυτό μοντέλο. Στη νέα Ελλάδα που γενιέται μέσα από τις στάχτες της παλιάς. Να περιγράψει τη μεγάλη εικόνα. Να μιλήσει για το δάσος της ελπίδας και να ξεφύγουμε προς στιγμή έστω από το δέντρο της απελπισίας. Στα πλαίσια της μεγάλης εικόνας αποκτούν νόημα και πολλές επιμέρους επιλογές. Για παράδειγμα, η τρισκατάρατη αύξηση του ΦΠΑ και των λοιπών έμμεσων φόρων μπορεί να έγινε μεν για εισπρακτικούς λόγους αλλά έχει και ευθεία περιοριστική επίπτωση στην εγχώρια ζήτηση. Όμως ένα από τα ζητούμενα είναι ακριβώς να περιοριστεί η εγχώρια ζήτηση. Να πάψουμε να εισάγουμε με εξωτερικό δανεισμό και να πάψουμε να καταναλώνουμε όσο στο παρελθόν. Αυτή είναι μια αναγκαία αλλαγή. Και βέβαια έχει πόνο. Και βέβαια συνεπάγεται ύφεση. Δεν αρκεί να κοιτούμε το ΑΕΠ ως απόλυτο μέγεθος, αλλά να βλέπουμε τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά. Το δικό μας ΑΕΠ είναι εν πολλοίς καταναλωτικό και τροφοδοτείται από τις εισαγωγές και τα δάνεια. Αυτό είναι απλά μια φούσκα, μια οφλαθμαπάτη. Πρέπει να το πετάξουμε πέρα, χωρίς θρήνους και μοιρολόγια. Για να το αντικαταστήσουμε στο μέλλον με ΑΕΠ παραγωγικό, εξωστρεφές που τροφοδοτείται από τις εξαγωγές. Να εξηγήσουμε λοιπόν στο λαό ότι υπ’ αυτή την έννοια η ύφεση είναι αναπόφευκτη, αναγκαία, και καθαρτική.
Από την ύφεση κλείνουν ήδη χιλιάδες επιχειρήσεις που στηρίζονται στις εισαγωγές και το λιανεμπόριο. Από τις μπουτίκ της γειτονιάς με τα εισαγόμενα ήδη ένδυσης, μέχρι τις εκθέσεις εισαγόμενων αυτοκινήτων. Αυτό έχει πόνο για τους επιχειρηματίες και εργαζόμενους του κλάδου. Αν κοιτάμε όμως μόνο τον πόνο, θα μας πιάνει απελπισία και θα χάνουμε τη μεγάλη εικόνα. Και η μεγάλη εικόνα είναι η εικόνα μιας Ελλάδας που πρέπει να αλλάξει για να ζήσει, για να μη βουλιάξει. Ο καρκινοπαθής καπνιστής του παραδείγματός μας θα υποστεί χημιοθεραπείες και ακτινοθεραπείες που βεβαίως έχουν πάντα και παράπλευρες απώλειες και πολύ πόνο, όμως καθαυτές ενέχουν ελπίδα. Ο καρκίνος της Ελλάδας είναι το καταναλωτικό αντιπαραγωγικό, κρατικίστικο της μοντέλο, κι αυτό δεν μπορεί να αλλάξει χωρίς πόνο μεγάλο. Όμως ήδη αλλάζει. Ήδη οι εξαγωγές αυξάνονται με ταχύτατους ρυθμούς, και ήδη οι εισαγωγές μειώνονται (έστω κι αν στην πορεία κλείνουν μη παραγωγικές καταναλωτικές επιχειρήσεις). Άρα το ένα στοίχημα, της μείωσης του εμπορικού ελλείμματος, ήδη το κερδίζουμε.
Μπορούμε να κερδίσουμε και το στοίχημα της δημοσιονομικής σταθερότητας με παραγωγή πλεονασμάτων ώστε να αρχίσουμε να αποπληρώνουμε το χρέος. Όμως και πάλι για να το κάνουμε αυτό πρέπει να μειώσουμε το κράτος. Πρέπει να κόψουμε το Ελληνικό κράτος στο μισό, ίσως και λιγότερο. Κι αυτό για να γίνει θα απαιτηθούν τεράστιες θυσίες και βεβαίως απολύσεις με κατάργηση θέσεων. Θάρρος θένε οι ηγέτες μας, και ελπίδα θέλει ο λαός. Κι αν ο λαός βρει ξανά την ελπίδα του, τότε από αυτή την ελπίδα θα αντλήσουν και οι ηγέτες μας το αναγκαίο θάρρος για να προχωρήσουν τις αναγκαίες αλλαγές.
Το τελικό ζητούμενο είναι πάντα μέσα από τη σταθεροποίηση να δημιουργήσουμε συνθήκες που να ευνοούν την ανάπτυξη, η οποία βεβαίως δεν διατάσσεται. Με την αλλαγή όμως του μοντέλου και την τελική αποκατάσταση δημοσιονομικής σταθερότητας θα μπορέσουμε σε δεύτερο χρόνο να ασχοληθούμε και με τα φορολογικά και να εγκαθιδρύσουμε επιτέλους ένα απλό και δίκαιο, αλλά προπαντός σταθερό και φιλικό προς τις επενδύσεις φορολογικό σύστημα. Έχοντας φτιάξει ένα νέο λιτό σύγχρονο κράτος, θα μπορούμε να έχουμε και πιο χαμηλή φορολογία, η οποία είναι αναγκαία για την προσέλκυση επενδύσεων. Έχοντας ανοίξει αγορές, ιδιαίτερα την αγορά εργασίας, και έχοντας εξαλείψει τη γραφειοκρατία και τη αδελφή αυτής διαφθορά, θα έχουμε μετατρέψει τη χώρα από επενδυτική κόλαση που είναι σήμερα, σε επενδυτικό παράδεισο. Κι έτσι με τις επενδύσεις θα έρθει η αειφόρος ανάπτυξη και τελικά έτσι, και μόνο έτσι θα μειωθεί εν τέλει και η ανεργία. Κάνοντας την Ελλάδα χώρα της ευκαιρίας.
Υπάρχουν και αρκετές θεαματικές κινήσεις που σε πολύ σύντομο χρόνο θα μπορούν να επιχειρηθούν, μόλις εξέλθουμε από την παρούσα παραλυτική κρίση ρευστότητας. Κι αυτές περιλαμβάνουν την επαναδημιουργία με ιδιωτικά κεφάλαια μιας νέας ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης, που μέχρι τη δεκαετία του 90 απασχολούσε περί τις 150.000 κόσμο, ενώ σήμερα αργοπεθαίνει αφού οι εφοπλιστές μας στέλνουν όλα τα συμβόλαια σε ανταγωνιστικότερες αγορές. Έχοντας το μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στον κόσμο, θα είναι δυνατό την κατάλληλη στιγμή να πεισθούν οι Έλληνες πατριώτες εφοπλιστές να επενδύσουν όλοι από κοινού στη δημιουργία ή ανανέωση των καλύτερων και μεγαλύτερων ναυπηγίων του κόσμου, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλιστούν όροι διεθνούς ανταγωνιστικότητας και κερδοφορίας του παραγόμενου προϊόντος, κάτι το οποίο για πρώτη φορά μοιάζει δυνατό, χάρη στις δρομολογημένες εργασιακές αλλαγές.
Επίσης οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παρέχουν μια τεράστια ευκαιρία αν τολμήσουμε να σκεφτούμε υπερβατικά. Μπορούμε να δρομολογήσουμε ένα τιτάνιο εγχώριας σύλληψης και εκτέλεσης δικτυακό (και δικτυακά χρηματοδοτούμενο) έργο που θα βασίζεται στην εγχώρια κατασκευή χιλιάδων μονάδων ΑΠΕ, στην παράλληλη δημιουργία μονάδων αφαλάτωσης ηλεκτροδοτούμενων από τις ΑΠΕ και στην άντληση και καθ’ ημέρα μεταφορά χιλιάδων τόνων αφαλατωμένων υδάτων από τη θάλασσα σε διάσπαρτες δεξαμενές σε ορεινές περιοχές με ικανό υψόμετρο, που θα λειτουργούν αφενός ως ταμιευτήρες δυναμικής - λόγω του υψομέτρου - ενέργειας (μετατρεπόμενης σε ηλεκτρική τη διάρκεια της νύχτας) αλλά και ως αποτρεπτική λύση της άλλως επερχόμενης αποξήρανσης της υπαίθρου μας λόγω της κλιματικής αλλαγής τις προσεχείς δεκαετίες.
Όλα τούτα δεν είναι όνειρα θερινής νυκτός. Είναι απολύτως υλοποιήσιμα. Έχουν γίνει αλλού. Η χρεοκοπημένη Τουρκία με στιβαρή ηγεσία και προσπάθεια διαρκείας άλλαξε το μοντέλο της και ήδη προσελκύει υπερδεκαπλάσιες ξένες επενδύσεις από ότι στο πρόσφατο παρελθόν, και αναπτύσσεται και εκβιομηχανίζεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Η Δανία και η Γερμανία και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες έχουν αναπτύξει τεράστια βιομηχανία ΑΠΕ αν και δεν έχουν ούτε τη μισή από τη δική μας ηλιοφάνεια. Εμείς που συνδιάζουμε ήλιο, θάλασσα, αέρα και ορεινές εκτάσεις, καθώς και πρωτοποριακά ερευνητικά κέντρα, μπορούμε να γίνουμε παγκόσμιοι ηγέτες στις ΑΠΕ, ακριβώς όπως και στη ναυτιλία. Το Ισραήλ έχει κατασκευάσει τεράστιες μονάδες αφαλάτωσης. Μπορούμε κι εμείς. Μπορούμε το ίδιο και καλύτερα. Και το πιο σημαντικό, μπορούμε χωρίς κρατική χρηματοδότηση. Το χρεωκοπημένο κράτος δεν θα είναι εμπόδιο στην ανάπτυξη της εθνικής μας οικονομίας, αρκεί να παραμερίσει και να ανοίξει το δρόμο στην ιδιωτική πρωτοβουλία.
Η Ελλάδα έχει λαμπρό παρελθόν. Ας εμπνευστούμε από αυτό. Και πριν πολλάκις πέσαμε και τσακιστήκαμε. Μα πάντα ξανασηκωθήκαμε. Ξεσκονιστήκαμε και συνεχίσαμε ακάθεκτοι. Από κάθε νέα κρίση βγήκαμε πάντα σοφότεροι ως λαός και δυνατότεροι. Έτσι και τώρα.
Η Ελλάδα έχει και λαμπρό μέλλον. Αρκεί να το πιστέψουμε. Να το οραματιστούμε. Να το πραγματοποιήσουμε. Με αυταπάρνηση. Με εγκαρτέρηση. Με επιμονή. Με πίστη και δύναμη. Με μια τιτάνια προσπάθεια διαρκείας. Με μια προσπάθεια ισάξια των προγόνων και της τρισχιλιετούς ιστορίας μας. Σφίγγοντας τώρα τα δόντια. Με την ορμή και το σφρίγος ενός Αλέξανδρου. Με τη σωφροσύνη και το φως ενός Περικλή. Με την στρατηγικότητα ενός Θεμιστοκλή. Με το αίσθημα δικαιοσύνης ενός Αριστείδη. Με την αυτογνωσία ενός Σωκράτη και τον ποιητικό οίστρο ενός Σοφοκλή. Με τη σοφία και τη γνώση ενός Αριστοτέλη. Με την αξιοπρέπεια και αυτοθυσία ενός Λεωνίδα. Με την ευγλωττία και το δημοκρατικό πάθος ενός Δημοσθένη. Με το μεγαλείο όλων αυτών, από χρέος προς όλους αυτούς, και προς τον εαυτό μας. Για την δική μας υστεροφημία. Για το μέλλον των παιδιών μας.
Μπορούμε όλοι μαζί να φτιάξουμε μια νέα Ελλάδα επάνω στις στάχτες της παλιάς που εδώ τελειώνει. Ελεύθεροι από μεταρρυθμιστικό δέος και κόπωση, αλλά αντίθετα εμπνευσμένοι με μεταρρυθμιστικό ζήλο και αδημονία. Αρνούμενοι το λαϊκισμό και τις ανύπαρκτες ανώδυνες λύσεις. Αλλά και ομοίως αρνούμενοι την απογοήτευση και παραίτηση. Αποδεχόμενοι τις θυσίες όχι ως θλιβερή υπενθύμιση της παρούσης πτώσης μας, αλλά ως παρακαταθήκη της αυριανής μας ανάτασης.
Κι αν φοβούμαστε πως τάχα μας λείπει η ικανή ηγεσία, ας αποδιώξουμε τον κυνισμό και την ηττοπάθεια και να πιστέψουμε πως η δύναμη της πίστης μας στο συλλογικό μας πεπρωμένο αυτή και μόνη θα αρκέσει να γεννήσει σήμερα την ηγεσία που οι καιροί απαιτούν. Γιατί δε φτιάχουν οι ηγέτες τους λαούς, αλλά οι λαοί τους ηγέτες. Κι ο Βενιζέλος αν κάποτε πολιτεύτηκε με θάρρος και ηρωισμό είναι γιατί έτρεχε στις φλέβες του το DNA της ηρωικής λεβεντογέννας Κρήτης και της μάνας Ελλάδας και γιατί τον ξόρκιζε η χώρα να μπει μπροστάρης την κρίσιμη ώρα.
Ας αξιώσουμε επιτέλους για τους εαυτούς μας και πάλι το αναφαίρετο Δικαίωμα στην Ελπίδα. Στην ανάγκη να κάνουμε την Ελπίδα Καθήκον.
Η Ελλάδα μπορεί.
No comments:
Post a Comment