Sunday, 12 May 2013

Φιλελευθερισμός ή “Εθελοκακία”;


(δια στόματος Ηροδότου 22 αιώνες πριν τον Άνταμ Σμιθ)

Πολλοί θεωρητικοί πολέμιοι του Φιλελευθερισμού στη χώρα μας, μεταξύ άλλων του προσάπτουν ότι είναι μια ξενόφερτη τάχα δυτικίστικη ιδεολογία με πρωθιερέα τον Βρετανό Άνταμ Σμιθ (The Wealth of Nations, 1776) που ως υποχθόνιο ιδεολόγημα απεργάζεται τάχα την υποδούλωση του εργαζόμενου πολίτη στα γρανάζια του διεθνούς καπιταλισμού. Βεβαίως τις περισσότερες φορές
πίσω από την αμετροεπή κριτική υποκρύπτεται η μέτρια ενημέρωση ή χειρότερα η υπαίτια και ηθελημένη σύγχυση. Η κριτική δε αυτή, όποτε είναι βάσιμη αφορά εκφάνσεις κυβερνητικών πρακτικών παντελώς ασύμπτωτων με την ουσία του φιλελευθερισμού (π.χ. υψηλή φορολογία, συγκεντρωτικό κράτος, αυταρχισμός, κλπ που βρίσκονται στον αντίποδα των συκοφαντημένων φιλελεύθερων ιδεών), αλλ’ οι οποίες πρακτικές, παρόλ’ αυτά βολικά αποδίδονται σε “νεοφιλελεύθερους” καταχθόνιους συνομώτες.

Όμως ο μεγαλύτερος μύθος είναι ότι ο φιλελευθερισμός ήρθε από την Αγγλία της βιομηχανικής επανάστασης. Μπορεί πράγματι ο Άνταμ Σμιθ, με μια εκτεταμένη μελέτη να έθεσε τις στέρεες βάσεις της σύγρονης οικονομικής επιστήμης (της πολιτικής οικονομίας), όμως η αλήθεια είναι πως ο φιλελευθερισμός είναι μια απόλυτα γηγενής και πρωτοποριακή εξήγηση του κόσμου, με βάση την απλή λογική και τον κοινό νου, την δε ουσία του φιλελευθερισμού βρίσκουμε για πρώτη φορά στην αρχαία ελληνική σκέψη, είτε σε διάσημες λακωνικές φράσεις όπως η γνωστή απόφανση του Πρωταγόρα πως “πάντων χρημάτων άνθρωπος μέτρον εστί”, ή γενικότερα στην ατομοκεντρική σκέψη του Πλάτωνα, του Σοφοκλή, του Αριστοτέλη, ή και σε λιγότερο διάσημες, αλλά εξ ίσου άξιες προσοχής αποστροφές, όπως εκείνη που περιέχεται σε δύο μόλις προτάσεις στο πέμπτο βιβλίο της Ιστορίας του Ηροδότου (Ιστοριών Ε, 78)  που ειδικότερα εστιάζω εδώ.

Στο σημείο αυτό, ο Ηρόδοτος αποδίδει την ραγδαία ανάπτυξη της Αθήνας (στρατιωτική, αλλά και οικονομική) μετά την κατάλυση (τέλος 6ου αιώνα πχ) της τυραννίας και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας (“ισηγορίας”) στο γεγονός ότι πλέον οι Αθηναίοι απελευθερωθέντες αγωνιζόταν έκαστος για τον εαυτό του, ενώ πριν υπό καθεστώς τυραννίας μοχθούσαν για κάποιον άλλο αφέντη ή δυνάστη, και γι’ αυτό σκόπιμα “ἐθελοκάκεον”, το οποίο ο Σταματάκος μεταφράζει ως “εκουσίως δεικνύω χαλαρότητα εν τη εκτελέσει των καθηκόντων μου”. Την ίδια αυτή ιδέα αναπτύσσει ο Άνταμ Σμιθ στον Πλούτο των Εθνών, εξηγώντας πως μια κοινωνία προκόβει όταν εντός της αφεθούν τα άτομα να επιδιώξουν την ατομική ευτυχία και προκοπή, αφού δια της προκοπής των μονάδων, επέρχεται η προκοπή του συνόλου.

Εμπειρικά βλέπουμε το ίδιο όταν συγκρίνουμε τη δουλειά ενός αυτοαπασχολούμενου επιχειρηματία (που δουλεύει για τον εαυτό του, κι όχι για κάποιο αφεντικό) με τη δουλειά ενός μισθωτού, ή αν συγκρίνουμε έναν υπάλληλο του ιδιωτικού τομέα (που πρέπει ανά πάσα ώρα να αποδεικνύει την αξία του για να μένει στη θέση του, ή που μπορεί να ελπίζει σε μπόνους παραγωγικότητας, ή να προσδοκά κάποια συμμετοχή στα κέρδη) με έναν δημόσιο υπάλληλο που απολαμβάνει μεν την ασφάλεια της μονιμότητας, χωρίς όμως προοπτική βελτίωσης των αποδοχών του. Όταν κάποιος δουλεύει στανικώς, ή όταν η υπεραξία της εργασίας του δεν επιστρέφει στον εργαζόμενο αλλά σε κάποιον άλλο (στο αφεντικό, ή στο κράτος) τότε είναι φυσιολογικό ο εργαζόμενος να είναι “εθελόκακος” μάλλον παρά φιλότιμος, και να αμελεί σκόπιμα τα καθήκοντα του, ή να σαμποτάρει την προσπάθεια του εργοδότη.

Η σύγχρονη οικονομική επιστήμη το αποδεικνύει αυτό και σε σχέση με την υψηλή φορολογία (καμπύλη Λαφέρ), όπου αναφέρεται ότι από ένα σημείο και μετά όταν οι συντελεστές της φορολογίας γίνονται υπερβολικά υψηλοί τα έσοδα από τη φορολογία μειώνονται μια και ο εργαζόμενος δεν έχει λόγο να εργάζεται για την κυβέρνηση. Κινητήριες δυνάμεις στην οικονομία είναι η ελπίδα του κέρδους και ο κίνδυνος της χασούρας. Το δίπολο κέρδους/ρίσκου κινεί την οικονομία και οδηγεί στην προκοπή ατόμων και κοινωνιών. Αμφότερα υπάρχουν σε συνθήκες ελευθερίας, όπως ακριβώς περιγράφει ο Ηρόδοτος. Γι’ αυτό αντίθετες (ανελεύθερες, ή αντιφιλελεύθερες) πολιτικές προστατευτισμού και κρατισμού, που τείνουν να εξαλείφουν το ρίσκο, ή που εγγυώνται το αποτέλεσμα ανεξάρτητα από την προσπάθεια ή από τους κινδύνους (επιδοτήσεις, εγγυήσεις, ελάχιστες τιμές, ελάχιστες αμοιβές, κλπ) είναι πολιτικές που στερούν την ικμάδα από την οικονομία, υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα και τελικά, παρά τις όποιες καλές προθέσεις, κάνουν γενικότερη ζημιά.

Κοινωνίες που στηρίζονται στην ελευθερία και άμιλλα των μελών τους προκόβουν πολύ περισσότερο από κοινωνίες που στηρίζονται στην επίπλαστη ισότητα (όπου πάντα κάποιοι είναι πιο ίσοι από άλλους) ή στην αλληλεγγύη (το αληθινό κόστος της οποίας ποτέ δεν ομολογείται). Οι αρχαίοι Έλληνες ελευθέρως αμιλλόμενοι προς αλλήλους και ουδέποτε υποτασσόμενοι σε έναν αφέντη παρήγαγαν το μεγαλύτερο πολιτισμό της ανθρωπότητας, που φωτίζει ακόμη τη δυτική σκέψη με αμείωτη λάμψη. Αλλ’ οι ίδιοι αυτοί μόλις λίγα χρόνια πριν την ανατολή του χρυσού 5ου πχ αιώνα “εθελοκάκεον” υπό το βάρος της τυραννίδος. Κι εμείς οι σημερινοί τους απόγονοι που τις τελευταίες δεκαετίες εθελοκακούσαμε υπό την καταδυνάστευση του κρατισμού, μπορούμε να αναταχθούμε εκ νέου και να επανέλθουμε στο δρόμο της δημιουργίας και την προκοπής, με έναν άλλο τρόπο, στην καρδιά του οποίου βρίσκεται η ελευθερία και η άμιλλα.

Ο τρόπος κάνει τη διαφορά. Δεν είμαστε μεις χειρότεροι από άλλους λαούς, ούτε χειρότεροι από τους προγόνους μας. Απλούστατα υιοθετήσαμε (τις τελευταίες δεκαετίες) λάθος τρόπο. Υπάρχει εν τούτοις ο σωστός τρόπος, και σε αυτόν υπάρχει ελπίδα. Το απογοητευτικό είναι πως τον άλλο αυτό τρόπο μας τον επιβάλλουν έξωθεν, αντί να τον επιδιώκουμε αυτοδύναμα, κι αυτό εγκυμονεί τον κίνδυνο της τυφλής απόρριψης. Αλλ’ ίσως αποφύγουμε και αυτό τον κίνδυνο, αν απλώς ανοίξουμε τα μάτια μας και δούμε τη μεγάλη εικόνα των επιτελούμενων αλλαγών, την οποία δυστυχώς κανείς δεν περιγράφει προς το παρόν, αφού όλοι φοβούνται τον ελέφαντα μέσα στο δωμάτιο και κανείς δεν τολμά να πει τα πράγματα με το όνομα τους, κανείς δεν τολμά να ομολογήσει πως εφαρμόζει φιλελεύθερη πολιτική.

Ἀθηναῖοι μέν νυν ηὔξηντο. δηλοῖ δὲ οὐ κατ᾽ ἓν μοῦνον ἀλλὰ πανταχῇ ἡ ἰσηγορίη ὡς ἔστι χρῆμα σπουδαῖον, εἰ καὶ Ἀθηναῖοι τυραννευόμενοι μὲν οὐδαμῶν τῶν σφέας περιοικεόντων ἦσαν τὰ πολέμια ἀμείνους, ἀπαλλαχθέντες δὲ τυράννων μακρῷ πρῶτοι ἐγένοντο. δηλοῖ ὦν ταῦτα ὅτι κατεχόμενοι μὲν ἐθελοκάκεον ὡς δεσπότῃ ἐργαζόμενοι, ἐλευθερωθέντων δὲ αὐτὸς ἕκαστος ἑωυτῷ προεθυμέετο κατεργάζεσθαι. (Η δύναμις λοιπόν των Αθηναίων ηύξανε, φαίνεται ου μόνον εξ ενός παραδείγματος αλλ' εκ πολλών ότι η ισηγορία είναι εξαίρετον πράγμα• διότι οι Αθηναίοι, ενόσω εκυβερνώντο τυραννικώς, δεν ήσαν εις τα πολεμικά ανώτεροι των γειτονικών εθνών, ελευθερωθέντες όμως από τους τυράννους εγένοντο πρώτιστοι όλων. Τούτο σημαίνει ότι ενόσω εστερούντο της ελευθερίας των, δεν εφιλοτιμούντο να φαίνωνται γενναίοι• διότι όσα και αν έπραττον, θα τα έπραττον προς το συμφέρον δεσπότου• άμα όμως ηλευθερώθησαν, πάντες επροθυμήθησαν να φανώσιν άξιοι, σκεπτόμενοι ότι ειργάζοντο δι' εαυτούς. Μετφρ. Α. Γ. ΣΚΑΛΙΔΟΥ 1875 - Ηροδότου, Ιστοριών Ε, 78).

No comments:

Post a Comment