http://www.patris.gr/articles/248774/#.UkG3u4akpN8
Στη χαρακτηριστική αποστροφή του στην ομιλία του στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός, προσωπικά απευθυνόμενος προς τον παρεβρισκόμενο μητροπολίτη, ως καλός υποτακτικός μαθητής, κατέθεσε τα εθνοχριστιανικά του διαπιστευτήρια, κατεφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς κατά της Μαρίας Ρεπούση και της πρότασης της περί την διδασκαλία των θρησκευτικών, συμβάλλοντας με το απαξιωτικό ύφος και το περιεχόμενο της εν λόγω αποστροφής του στη δαιμονοποίηση των επικριτών του αναχρονιστικού εναγκαλισμού πολιτείας - εκκλησίας
, κύπτοντας έτσι δουλοπρεπώς την κεφαλή του ως μη ώφειλε, όχι απλά προς τον παρευρισκόμενο ιεράρχη αλλά προς το ευρύτερο όπισθεν αυτού παλαιοσυντηρητικό ακροατήριο το οποίο επεδίωξε να θωπεύσει - επιτυχώς, αν κρίνει κανείς από διθυράμβους της συντηρητικής και ακροδεξιάς μπλογκόσφαιρας, που επιχαίρουν με τίτλους όπως “δυναμική απάντηση Σαμαρά σε ΔΗΜΑΡ και Ρεπούση”.
Στη χαρακτηριστική αποστροφή του στην ομιλία του στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός, προσωπικά απευθυνόμενος προς τον παρεβρισκόμενο μητροπολίτη, ως καλός υποτακτικός μαθητής, κατέθεσε τα εθνοχριστιανικά του διαπιστευτήρια, κατεφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς κατά της Μαρίας Ρεπούση και της πρότασης της περί την διδασκαλία των θρησκευτικών, συμβάλλοντας με το απαξιωτικό ύφος και το περιεχόμενο της εν λόγω αποστροφής του στη δαιμονοποίηση των επικριτών του αναχρονιστικού εναγκαλισμού πολιτείας - εκκλησίας
, κύπτοντας έτσι δουλοπρεπώς την κεφαλή του ως μη ώφειλε, όχι απλά προς τον παρευρισκόμενο ιεράρχη αλλά προς το ευρύτερο όπισθεν αυτού παλαιοσυντηρητικό ακροατήριο το οποίο επεδίωξε να θωπεύσει - επιτυχώς, αν κρίνει κανείς από διθυράμβους της συντηρητικής και ακροδεξιάς μπλογκόσφαιρας, που επιχαίρουν με τίτλους όπως “δυναμική απάντηση Σαμαρά σε ΔΗΜΑΡ και Ρεπούση”.
Είναι ωστόσο λογικό (ή έστω ευκταίο) να υποθέσει κανείς
ότι η κρινόμενη αποστροφή δεν εκφράζει τις αληθινές πεποιθήσεις του (κατά τα
λοιπά πεφωτισμένου) πρωθυπουργού, αλλά αποτελεί φθηνό τακτικισμό προς
κατευνασμό του εκ δεξιών ακροατηρίου του, το οποίο εκφεύγει ήδη του
παραδοσιακού ελέγχου της συντηρητικής παράταξης, διολισθαίνοντας στο φασισμό.
Για τον ίδιο λόγο ο πρωθυπουργός αισθάνθηκε την ανάγκη να “κλείσει το μάτι”
στην ιεραρχία προς επιβεβαίωση της στήριξης της εκκλησίας στο κόμμα του και τον
ίδιο προσωπικά. Όμως, πέραν από το κυνικό μέρος αυτής της υπόθεσης, ποιό είναι
το πραγματικό μήνυμα που στέλνει ο πρωθυπουργός δια της αποστροφής του αυτής
προς το πανελλήνιο και προς τον κόσμο όλο;
Το μήνυμα φοβούμαι είναι πολυδιάστατο και σκοτεινό. Σε
αυτό, όπως και σε άλλα θέματα, ο Σαμαράς δείχνει ότι ενώ στα λόγια επιτίθεται
στην ακροδεξιά, στην πράξη είναι περιδεής και κατευναστικός απέναντι της,
έτοιμος να υιοθετήσει πολιτικές θέσεις πιο ακραίες, εγγύτερες προς τις δοξασίες
των “ναζιστών” όπως τους κατονομάζει, μετακινούμενος βαθμηδόν όλο και πιο δεξιά
μη έχοντας τη δύναμη αμετακίνητος να υπεραμυνθεί των δικών του μετριοπαθών
πεποιθήσεων. Έτσι βεβαίως βαδίζει το ολισθηρό μονοπάτι που άλλοι σε αντίστοιχες
περιστάσεις βάδισαν πριν από αυτόν, το οποίο οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην
τελική ηθική νομιμοποίηση των άκρων, με νόθευση των διαχωριστικών γραμμών. Έτσι
αντί να τεθεί ανάχωμα στον εκφασισμό της κοινωνίας, ο εκφασισμός επιταχύνεται,
μέχρι που γίνεται ανεπίστρεπτος, όπου το μαύρο γίνεται απλώς μια άλλη αποδεκτή
απόχρωση του γκρι, και όπου η πιο σκούρα απόχρωση τελικώς κατισχύει ως αυθεντικότερη
έκφραση της συγκεκριμένης τάσης.
Το μήνυμα από τη ΔΕΘ είναι ότι η σημερινή ηγεσία μας
στερείται παιδείας, οράματος, ηθικού αναστήματος και θάρρους. Παραμένει
κατουσίαν λαϊκίστικη, όπως τον καιρό των “Ζαπείων”, ακόμη και όταν ενδύεται τη
μεταρρυθμιστική λεοντή που η υπεύθυνη διακυβέρνηση επιβάλλει. Όμως τί νόημα
έχουν οι φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις που μας επιβάλλουν (ορθά) οι Ευρωπαίοι
εταίροι μας, όταν εμείς επιλέγουμε το σκοταδισμό στα λίγα θέματα όπου διατηρούμε
κάποια διακριτική ευχἐρια, από το φόβο του πολιτικού κόστους! Πώς μπορεί να
τελεσφορήσει μια φιλελεύθερη μεταρρύθμιση στην οικονομία, την οποία έστω
στανικώς επιχειρεί η κυβέρνηση, αν δεν συνοδεύεται με μια γνήσια και ουσιαστική
φιλελεύθερη επανάσταση σε όλους τους τομείς, ώστε η αναγέννηση της Ελλάδας να
αποκτήσει μόνιμα χαρακτηριστικά πάνω σε ηθικά, αξιακά θεμέλια, μάλλον παρά σε
ωφελιμιστικούς οικονομικίστικους υπολογισμούς; Και πόσο παράδοξο στη χώρα μας
να έχει αφεθεί η υπόθεση του φιλελευθερισμού στα χέρια της αριστεράς!
Πώς είναι δυνατό στην αυγή του 21ου αιώνα,
όταν γύρω μας αναφλέγονται γειτονικοί λαοί παρασυρόμενοι από θρησκευτικά πάθη,
μίση, φανατισμούς, προκαταλήψεις και μισαλλοδοξία, από αδερφοκτόνες φράξιες στο
βωμό μεσαιωνικών δοξασιών επ’ ονόματι της απόλυτης αλήθειας εκάστου, την ίδια
στιγμή να υπάρχει “υπεύθυνος” πολιτικός σε ευρωπαϊκή χώρα, και δη στη χώρα που
γέννησε τα ουμανιστικά ιδεώδη, ο οποίος με τα λόγια και το ύφος του αναπαράγει
αυτήν ακριβώς τη μεσαιωνική αντίληψη των διαχωριστικών γραμμών στη βάση
θρησκευτικών δοξασιών, οι οποίες ανάγονται σε ιερά στοιχεία τάχα “εθνικής
παράδοσης” και “εθνικής ταυτότητας”, άρα έμμεσα θέτοντας σε αμφισβήτηση την
ελληνικότητα του όποιου διαφορετικά σκεπτόμενου Έλληνα, ή όποιου τολμά να
προτείνει το αυτονόητο, όπως η θαρραλέα Μαρία Ρεπούση, η οποία ρίπτεται στο
λάκο των λεόντων της ελληνοχριστιανικής αγανάκτησης, γύρω από τον οποίο
συνωστίζονται ήδη οι μισαλλόδοξοι καλοθελητές για το δημόσιο λιθοβολισμό, με
την επίσημη πλέον πρωθυπουργική ευλογία!
Πώς είναι δυνατό την ώρα που η χώρα έχει τη μέγιστη
ανάγκη για ηγεσία με ηθικό ανάστημα και πνευματικό σθένος, τουναντίον οι ηγήτορες
της έχοντας λάβει διαζύγιο από την κοινή λογική και θυσιάζοντας την υστεροφημία
τους στο βωμό πρόσκαιρου πολιτικού υπολογισμού, να ομνύουν ως ασπόνδυλοι εκφραστές
του παλαιολαϊκισμού στο λάβαρο της φονταμεταλιστικής μισαλλοδοξίας και της
δογματικής τάχα καθαρότητας; Τί Ελλάδα θέλουμε τελικά, φιλελεύθερη και
δημοκρατική με κοινωνική ειρήνη και θρησκευτική ελευθερία και ουδετερότητα, ή
μια Ελλάδα θεοκρατική και μισαλλόδοξη με συγκρούσεις και εκκαθαρίσεις των “αλλοθρήσκων”
ή των “αλλοτρίων”, και ποιοί άραγε έχουν την Αίγυπτο της Μουσουλμανικής
Αδερφότητας, την Τουρκία του Έρντογαν, ή το Ιράν των Αγιατολαχ ως θεοκρατικό
πρώτυπο προς μίμηση;
Όμως κανένα δημοσιονομικό πλεόνασμα για το οποίο
επαίρεται ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να σώσει μια χώρα με αξιακό έλλειμμα, που
γρήγορα γίνεται έλλειμμα ηγεσίας όταν οι ταγοί μας με τόση ελαφρότητα σέρνουν
το χωρό προς το μεσαίωνα, κλείνοντας την πόρτα στο μέλλον, κλίνοντας την κεφαλή
προς τους ταλιμπάν του φανατισμού. Η Ελλάς δικαιούται να εύρει το δρόμο προς το
φως. Το δρόμο προς τη θεμελίωση ενός φιλελεύθερου, κοσμικού, ουδέτερου κράτους
δικαίου, όπου όλοι οι πολίτες είναι ασφαλείς και πραγματικά ίσοι έναντι του
νόμου χωρίς φόβο διάκρισης, χωρίς ανάγκη να δίδουν διαπιστευτήρια “καθαρότητας”.
Το μήνυμα από τη ΔΕΘ είναι ξεκάθαρο. Η Νέα Δημοκρατία υπό
τη σημερινή της ηγεσία δεν θα εκφράσει το όραμα του φιλελευθερισμού για το
οποίο ιδρύθηκε και για το οποίο στο παρελθόν είχε γίνει γνωστή ως Φιλελεύθερη
Νέα Δημοκρατία, άσχετα αν υποκριτικά σηκώνει τη σημαία ενάντια στον κρατισμό.
Άλλωστε ο φιλελευθερισμός έχει θετικό και όχι αρνητικό πρόσημο και υπερβαίνει
κατά πολύ τα στενά όρια του αντικρατισμού. Ο Φιλελευθερισμός στη χώρα μας, που
επιβάλλεται έξωθεν με τις μνημονιακές πολιτικές, περιφέρεται εντούτοις άστεγος
και ρακένδυτος στο εσωτερικό. Το μήνυμα από τη ΔΕΘ είναι ότι χρειάζεται
επιτέλους η χώρα ένα αυθεντικό πολιτικό εκφραστή – φορέα του φιλελευθερισμού,
που να αναλάβει τις ευθύνες της χώρας μακριά από τους αναχρονιστικούς
λαϊκισμούς της αριστεράς, πέρα και πάνω από τον παλαιοσυντηριτισμό της δεξιάς
και άκρας δεξιάς.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει άλλωστε, πως κοινωνίες με
στρατευμένους πολίτες, που σαν στρατιωτάκια κατηχούνται και κατευθύνονται από
τους “ποιμένες” τους, θρησκευτικούς ή πολιτικούς, είναι κοινωνίες
αρτηριοσκληρωτικές, άγονες, στείρες, όπου δεν καρποφορεί η καινοτομία, όπου η
πρόοδος είναι δυσχερής ή αδύνατη. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα πρέπει να
αποσκοπεί στη δημιουργία ενός σύγχρονου, ελεύθερου, καλλιεργημένου φιλοσοφικά
και καταρτισμένου επιστημονικά ανθρώπου, ενός ανθρώπου φωτισμένου, που
σκέφτεται για τον εαυτό του, που ερευνά και αμφισβητεί τα πάντα, που κρίνει
μόνος το δίκαιο από το άδικο, το σωστό από το λάθος, που μπορεί να παίρνει
αποφάσεις και να αναλαμβάνει την ευθύνη τους. Τα θρησκευτικά όχι μόνο δεν έχουν
ρόλο σε αυτή την κατεύθυνση αλλά είναι τροχοπέδη και αναχρονισμός που δεν
προάγουν αλλά προσβάλλουν τη νοημοσύνη των μαθητών. Η φιλοσοφία, τα αρχαία
Ελληνικά, η ιστορία, και οι θετικές επιστήμες είναι τα μαθήματα που απελευθερώνουν
και εξευγενίζουν και τα οποία μπορούν να εξοπλίσουν τους νέους και τις νέες μας
με τα αναγκαία εφόδια για το μέλλον, και προπαντός με την ικανότητα να
διακρίνουν και να προσεγγίζουν πάντα την αλήθεια.
No comments:
Post a Comment