Thursday 18 August 2016

Πρόσφυγες προ των (δικών μας) θυρών

Λίγα θέματα ορίζουν τον πολιτισμό μας σε συλλογικό ή ατομικό επίπεδο, περισσότερο απ’ ό,τι η θετική ή αρνητική προδιάθεση μας απέναντι στους πρόσφυγες που κρούουν τη θύρα μας, ιδίως σήμερα τα θύματα πολέμου από τη Συρία. Και λίγα θέματα έχουν μεγαλύτερη σημασία από την προάσπιση του πολιτισμού μας, δηλαδή των θεμελιακών αξιών στις οποίες χτίζουμε τη σύνολη ζωή μας. Που δεν μπορεί να είναι άλλες από τις αξίες του ανθρωπισμού, όπως αυτές έχουν αποκρυσταλλωθεί και επισημοποιηθεί σε δεσμευτικά νομικά κείμενα, με κυριότερη τη Σύμβαση των Η.Ε. του 1951 (περί της νομικής καταστάσεως των προσφύγων) ως ισχύει σήμερα.

Η προάσπιση αυτών των αξιών, που προσδιορίζουν αν δικαιούμαστε να συγκαταλεγόμαστε στη χωρία των πολιτισμένων εθνών, καταφανώς σήμερα απειλείται. Απειλείται από τη στάση των αρχόντων μας, αλλά προπαντός από τη στάση του λαού, του καθενός μας.

Διαδίδεται η είδηση, την οποία δυσκολεύομαι να πιστέψω, ότι οι τοπικοί άρχοντες της Κρήτης ετοιμάζονται να αντιταχθούν σθεναρά στην υποδοχή προσφύγων από τη Συρία στο φιλόξενο νησί μας. Να υποθέσει κανείς ότι εκφράζουν το κοινό αίσθημα; Άγουν ή άγονται επί του προκείμενου θέματος; Αν αυτή η “είδηση” περί σθεναρής αντίστασης αληθεύει, τότε θα είναι μεγάλη ντροπή για το νησί, για την ιστορία μας, για τον καθένα μας προσωπικά για την τιμή και την υπόληψη μας.

Οφείλουμε να θυμούμαστε πως ο πρόσφυγας δεν είναι κατ’ επιλογή μετανάστης. Πρόσφυγας είναι κάποιος που διατρέχει κίνδυνο ή διώκεται. Που αφήνει σπίτι και πατρίδα. Που δεν έχει επιλογές. Πρόσφυγας είναι ο κατατρεγμένος, ο άστεγος, άυπνος, ασίτιστος, αλαφιασμένος. Είναι συνάνθρωπος που έχει την ανάγκη μας.

Τις δεκαετίες μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, οι πολιτισμένοι λαοί της γης συνήψαν ιερές και απαραβίαστες συμβάσεις για την προστασία των προσφύγων που ζητούν άσυλο. Μαζί κι ο ελληνικός λαός δια των τότε κυβερνήσεων του. Αυτή η υπογραφή (και η κατοπινή κύρωση εκείνων των συμβάσεων από την Ελληνική Βουλή με την οποία έγινε ενσωμάτωση στην εγχώρια νομοθεσία) δεσμεύει όλους μας. Εκείνη η υπογραφή, εκείνη η υπόσχεση που έδωσε τότε (και επανέλαβε σε κατοπινές ευκαιρίες) ο ελληνισμός δεν ήταν μόνο το εισιτήριο μας για την ένταξη μας στην οικογένεια των πολιτισμένων λαών που ασπάζονται τις ίδιες θεμελιώδεις ανθρωπιστικές αξίας, αλλά το διαπιστευτήριο μίας γνήσιας τότε πίστης στην ανθρώπινη αξία, στην αξία του ανώνυμου αδύναμου, που προσπίπτει ικέτης στις εστίες μας εκλιπαρώντας τη δική μας αλληλέγγυα προστασία. Εκείνη η υπογραφή εξέφραζε (και συνέχισε να εκφράζει για αλληλοδιάδοχες γενεές) μία στάση ζωής. Μία στάση που θέτει το πανανθρώπινο πάνω από το τοπικιστικό, και που προπαντός στόχευε να προασπίσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια αναγάγοντας την γονυπετή προσδοκία ελεημοσύνης σε νομικά δεσμευτικό δικαίωμα, την κύπτουσα ικεσία σε ευθυτενή αξίωση, την έκκληση στο όνομα της γενναιοδωρίας, σε αίτηση ασύλου στο όνομα του νόμου.

Και το κάναμε αυτό (εμείς μαζί με άλλους πολιτισμένους λαούς) γιατί κρίναμε ότι η δική μας ανθρωπιά δεν μπορεί να ανθέξει την ιδέα ή το θέαμα ενός συνανθρώπου που βαδίζει δίπλα μας σε τούτη τη γη σκυμμένος, στερημένος της δικής του αξιοπρέπειας, της δικής του αξίας, της δικής του ανθρωπιάς, που τρέχει σαν κυνηγημένο ζώο για να γλιτώσει τη ζωή του, που έχει στήριγμα την ελεημοσύνη μάλλον παρά το νόμο. Βάλαμε το νόμο αρωγό και σωτήρα, όχι κάποιων ξένων άγνωστων, αλλά όλων ημών.

Πρέπει λοιπόν να θυμούμαστε ότι με κοινή πανανθρώπινη απόφαση κρίναμε πως δεν έχουμε εμείς ούτε οι κυβερνήσεις μας το δικαίωμα να αρνηθούμε άσυλο σε πρόσφυγες, ανεξάρτητα από την εθνικότητα, το φύλο, τη θρησκεία, ή άλλο χαρακτηριστικό, και χωρίς να κοιτούμε το ξεβόλεμα, τους υπαρκτούς ή νομιζόμενους κινδύνους για τις τοπικές μας κοινωνίες. Οι πρόσφυγες στην συντριπτική τους πλειοψηφία δεν είναι τρομοκράτες, αλλά τρομοκρατημένοι. Κι αν μαζί κινδυνεύει να παρεισφρήσει δόλια και κάποιος φανατικός, δε σημαίνει ότι αυτό μας δίνει δικαίωμα να αρνηθούμε άσυλο στους αληθινούς πρόσφυγες. Σε μας απόκειται να κρίνουμε και να ερευνήσουμε τις αιτήσεις ασύλου μία προς μία. Και γι’ αυτό η Ευρώπη έχει υποσχεθεί υπηρεσιακή συνδρομή, την οποία πρέπει (μαζί με άλλα) να αξιώσουμε. Αλλά δεν μπορούμε να κλείνουμε τα σύνορα. Είναι απάνθρωπο και παράνομο. Κανείς δε θέλει τα σύνορα να είναι ξέφραγο αμπέλι.

Όμως ανεξάρτητα από το νομικό μέρος, αυτό που μας κρίνει δεν είναι η παλαιόθεν σύναψη χρηστών διεθνών συμβάσεων αλλά η εν τοις πράγμασι εφαρμογή. Μας κρίνει δηλαδή η επί τούτου συμπεριφορά μας στα δύσκολα, όταν δηλαδή τίθεται επί τάπητος η εφαρμογή αυτών των ιερών συμφωνιών. Όταν κτυπούν τη δική μας πόρτα. Πόσο πλατιά είναι η ανθρωπιά μας; Πόσο φαρδιές οι αγκάλες μας; Πόσο ορθάνοιχτη η θύρα μας;

Δεν ξέρω αν την επαύριο του δεκαπενταύγουστου νομίζουμε πως θα σώσουμε την ψυχή μας σε καμιά εκκλησιά, δεόμενοι περί των ημετέρων. Ξέρω όμως σίγουρα πως η σωτηρία της αξίας μας ως ανθρώπων, ως Ελλήνων, ως χριστιανών, ή ως ό,τι άλλο μας αυτοπροσδιορίζει, διέρχεται σήμερα από το Χαλέπι, τη Χομς, τη Λαττάκια, τη Δαμασκό, την Παλμύρα, από την ικανότητα μας να βαδίσουμε τα ίδια δύσβατα μονοπάτια της απόγνωσης των συνανθρώπων μας που μας χτυπούν την πόρτα, από την ικανότητα μας να φορέσουμε νοητά τα δικά τους παπούτσια που τους ταξιδεύουν στο αποτρόπαιο αυτό ταξίδι της φυγής, και πάνω από όλα από την ικανότητα μας να δούμε στο πρόσωπο των ηλιοκαμένων και χαροκαμένων αδερφών μας το δικό μας πρόσωπο, το πρόσωπο του μικρασιάτη αδερφού του ’22, της Κύπριας αδερφής του ’74. Η δική μας σωτηρία κρίνεται από την ικανότητα και ετοιμότητα μας να ανοίξουμε την πόρτα μας, τις πόλεις μας, τα σύνορα μας, όχι στο ελάχιστο που ο διεθνής νόμος προστάζει, και όχι στανικώς, αλλά και πέραν αυτού, και προπαντός με υπερήφανη ενσυνείδηση και θεληματική πεποίθηση.

Αυτό μόνο ας ζητήσουμε από τους τοπικούς μας άρχοντες: να μη μας ατιμάσουν όταν κληθούν να πάρουν αποφάσεις περί την υποδοχή και χωροθέτηση. Να αξιώσουμε απ’αυτούς να προσφέρουν ηθική ηγεσία, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να κάνουμε αρχή για να διορθώσουμε και όλα τα άλλα στραβά που μας τυραννούν στην καθημερινότητα μας. Και να μην αξιώσουμε τίποτε λιγότερο από τους εαυτούς μας και τους οικείους μας στις μεταξύ μας συζητήσεις. Η συλλογική αξία όλων κρίνεται από τη στάση ενός εκάστου. Και επι τη ευκαιρία του δεκαπενταύγουστου να ρωτήσουμε πού είναι οι ιεράρχες της εκκλησίας; Πίσω από τις ρατσιστικές και απάνθρωπες πολεμίστρες σκαρφαλωμένοι στα τοίχη του εθνικισμού και της υποκρισίας, ή στις παλαίστρες της ανθρωπιάς, στην υποδοχή και την υποστήριξη των κατατρεγμένων αυτού του κόσμου; Πόσοι εξ αυτών θυμούνται και θυμίζουν πως κάπου σε μια διπλανή πόρτα ο Χριστός ξανασταυρώνεται; 

No comments:

Post a Comment