Thursday 24 November 2011

Ομοσπονδία: Η Μόνη Επιλογή Για Την Ευρώπη

(Νοείται Δημοσιονομική Ή Άλλη Παραπέρα Ενοποίηση Χωρίς Δημοκρατική Ολοκλήρωση;)






Η Κρίση χρέους στην Ευρωζώνη θέτει επί τάπητος την ανάγκη βαθύτερου συντονισμού των οικονομιών των χωρών μελών της. Επικρίνεται ευρέως η νομισματική ένωση ως ημιτελής διότι
δεν πλαισιώθηκε από την αρχή με το αναγκαίο συμπλήρωμα της δημοσιονομικής ένωσης. Πολλοί, μεταξύ των οποίων και ο Γερμανός υπουργός οικονομικών, προτείνουν τώρα την ανάγκη για άμεση εμβάθυνση του οικονομικού / νομισματικού συντονισμού με επίσπευση της δημοσιονομικής ενοποίησης, με στόχο, σε συνθήκες πυρόσβεσης, τη διάσωση του ευρώ.


Το σύμφωνο σταθερότητας (που δεν τηρήθηκε από πολλές εθνικές κυβερνήσεις) αποτελούσε ένα υποτυπώδες υπόστρωμα δημοσιονομικού συντονισμού. Υπήρχε η ρητή αμοιβαία δέσμευση ότι το χρέος της κάθε χώρας της Ευρωζώνης δεν θα ξεπερνά το 60% επί του ΑΕΠ της, και το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν θα ξεπερνά το 3% του ΑΕΠ. Προβλέφθηκε επίσης σε περίπτωση υπέρβασης το γνωστό καθεστός εποπτείας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς και η ρήτρα μή διάσωσης, ενώ ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θωρακίστηκε από πολιτικές παρεμβολές σε πλαίσιο ανεξαρτησίας, με αποκλειστικό στόχο την περιφρούρηση της σταθερότητας του νομίσματος, αποκλείοντας τον επικουρικό (ως ύστατο καταφύγιο) δανεισμό των κυβερνήσεων από την ΕΚΤ. Επιπρόσθετα, με την ατζέντα της Λισαβώνας αναγνωρίστηκε η ανάγκη για ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών οικονομιών.


Τα δύο κύρια χαρακτηριστικά της παρούσης κρίσης είναι η δημοσιονομική εκτροπή ορισμένων κυβερνήσεων καθώς και η παράλληλη απώλεια ανταγωνιστικότητας των αντίστοιχων εθνικών οικονομιών. Επί μέρους εθνικές κυβερνήσεις του νότου (με παραδοσιακά ασθενή νομίσματα και ανεμικές διεθνείς επιδόσεις) υπόκυψαν στους πειρασμούς που απόρρεαν από την συμμετοχή σε ένα ισχυρό νόμισμα, και έτσι άσκησαν λαϊκίστικες επεκτατικές πολιτικές με την ψευδαίσθηση ότι θα μπορούσαν ατιμώρητα να κρύβουν τις αδυναμίες τους πίσω από το ισχυρό νόμισμα. Επέτρεψαν αυξήσεις αμοιβών που υπονόμευσαν την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους, και ξόδεψαν ασύστολα το δημόσιο χρήμα σωρεύοντας υπερχρέη, δηλαδή έκαμαν τα αντίθετα από όσα είχαν δεσμευτεί να κάμουν στα πλαίσια της νομισματικής ένωσης.


Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν απέτυχαν τόσο οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, αλλά οι επί μέρους εθνικές κυβερνήσεις, στο βαθμό που παραβίασαν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Κι αντί τώρα να αναζητούμε τη θεραπεία των προβλημάτων με ουσιώδη ενοποίηση μέσω της ενδυνάμωσης των ευρωπαϊκών θεσμών, επιδιώκουμε υπό την πίεση της Γερμανίας να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο το ρόλο των εθνικών κυβερνήσεων. Οι “υπεύθυνοι” βορειοευρωπαίοι φοβούνται ότι εκχώρηση ελέγχου στους ευρωπαϊκούς θεσμούς θα οδηγήσει σε άλλωση των οικονομιών τους από τους “ανεύθυνους” νοτιοευρωπαίους. Έτσι ενώ καταφάσκεται η ανάγκη βαθύτερου συντονισμού, επιδιώκεται αυτό να γίνει όχι μέσω ισχυροποίησης των ευρωπαϊκών θεσμών (Επιτροπής, Κοινοβουλίου) αλλά προς την κατεύθυνση ισχυροποίησης του ρόλου των εθνικών κρατών (και αντίστοιχα του Συμβουλίου, στο οποίο εκφράζονται οι εθνικές κυβερνήσεις). Μας σπρώχνουν δηλαδή στην “εθνικοποίηση” (άλλως “Γερμανοποίηση”) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και όχι στην ομοσπονδιοποίηση και αποεθνικοποίηση της.


Το διακύβευμα είναι τεράστιο και οι κίνδυνοι ακόμη μεγαλύτεροι για την Ευρώπη και τους Ευρωπαίους. Η Γερμανία βρίσκει σε αυτή την προσπάθεια (που βεβαίως την εξυπηρετεί ως το ισχυρότερο μέλος της ηπείρου) έναν αναπάντεχο σύμμαχο, τη Βρετανία, η οποία αντιτίθεται συνολικά σε κάθε παραπέρα εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την κατεύθυνση της ομοσπονδιοποίησης, ενώ διάκειται ευμενώς προς την ενίσχυση του δημοσιονομικού συντονισμού ειδικότερα της Ευρωζώνης, υπό τον όρο ότι αυτός ο συντονισμούς είναι εθνοκεντρικός και χωρίς ομοσπονδιακά χαρακτηριστικά.


Η Ευρώπη σήμερα έχει να διαλέξει ανάμεσα σε τρεις δρόμους: 1. Το δρόμο που προτείνει η Βρετανία της ίσονος εμπορικής συνεργασίας κυρίαρχων εθνικών κρατών χωρίς παραπέρα ενοποίηση. 2. Το δρόμο που προτείνει η Γερμανία (αν και όχι ομολογημένα) της συνομοσπονδίας κυρίαρχων εθνικών κρατών, όπου ο βαθύτερος συντονισμός γίνεται με κύριο μοχλό το εθνικό κράτος στην αρχή της αμοιβαιότητας, κάτι το οποίο βεβαίως εξυπηρετεί τους πιο ισχυρούς πόλους εντός της Ένωσης. 3. Το δρόμο της ομοσπονδίας, με ενίσχυση υπερεθνικών κεντρικών θεσμών με παράλληλη ενίσχυση των περιφερειών, με θέσπιση ενός λαού, μίας κυβερνήσεως, και απόλυτης ενοποίησης, που κατατείνει στην ισχυροποίηση του ατόμου και την εξασθένηση του παρένθετου εθνικού κράτους.


Είναι σαφές ότι πολλοί δεν είναι έτοιμοι για τον τρίτο δρόμο και αντιδρούν από άγνοια ή συμφέρον. Όμως είναι επίσης σαφές ότι ο τρίτος δρόμος (το όνειρο της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας) είναι τελικά ο μόνος δρόμος που απαντά συνολικά και οριστικά στις προκλήσεις της εποχής και οδηγεί στην ενδυνάμωση του ευρωπαίου πολίτη και της ευρωπαϊκής επιχείρησης. Το εθνικό κράτος είναι σήμερα τροχοπέδη στην παρά πέρα εξέλιξη της ηπείρου μας. Η σταδιακή του υπέρβαση είναι αναγκαία. Η εθνικότητα (όπως και η θρησκεία) θα αφορά στο μέλλον τον αυτοπροσδιορισμο του ατόμου, και κατ’ επιλογή εκάστου ημών θα είναι και θα παραμείνει έννοια ιερή και απαραβίαστη, ακριβώς όπως και η γλώσσα και οι λοιπές πολιτιστικές παραδόσεις. Δεν υπάρχει όμως κανένας λόγος η κρατική οργάνωση στον 21ο αιώνα να συναρτάται με στοιχεία της προσωπικότητας όπως η εθνότητα (πόσο μάλλον η θρησκεία). Είναι απόλυτα εφικτό και αναγκαίο για τους ευρωπαϊκούς εθνικούς λαούς να ενωθούν σε έναν ενιαίο κυρίαρχο ευρωπαϊκό λαό, και να οργανωθούν στα πλαίσια ενός υπερεθνικού (και όχι πολυεθνικού) πανευρωπαϊκού ομόσπονδου κράτους.


Θα έλεγα μάλιστα ότι όχι μόνο είναι αναγκαίο και εφικτό, αλλά είναι και αναπόφευκτο. Πράγματι την αρχική φιλοδοξία για κατάργηση των δασμών διαδέχτηκε ο στόχος θέσπισης Κοινής Αγοράς που με τη σειρά του οδήγησε στη διαπίστωση ότι δε νοείται Κοινή Αγορά χωρίς ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων, προσώπων και αγαθών. Κι έπειτα διαπιστώθηκε ότι αυτά προϋποθέτουν επίσης κοινούς κανόνες ανταγωνισμού και κοινά δικαστήρια για την εφαρμογή αυτών των κανόνων. Και μετά είδαμε πως αυτό το όραμα δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα χωρίς να έχουμε ένα κοινό νόμισμα που να διευκολύνει και να ολοκληρώνει την μετακίνηση προσώπων, αγαθών και κεφαλαίων. Και για το κοινό νόμισμα, έπρεπε να οδηγήσουμε τις οικονομίες μας σε πραγματική σύγκλιση και να θεσπίσουμε κεντρική ανεξάρτητη τράπεζα. Και τώρα βλέπουμε πως η νομισματική ένωση δεν ήταν αρκετή, αλλά πρέπει να προχωρήσουμε και σε δημοσιονομική ενοποίηση, με συντονισμό στον τομέα της φορολογίας και των δημοσίων δαπανών. Και αν κάνουμε αυτό, αργότερα θα διαπιστώσουμε ότι ούτε και αυτό αρκεί χωρίς συντονισμό στον τομέα της εργασίας που έχει επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα, ακριβώς όπως έχουμε διαπιστώσει ήδη για πληθώρα άλλων τομέων, όπως το δίκαιο του καταναλωτή, τα προσωπικά δεδομένα, το δίκαιο προστασίας περιβάλλοντος κλπ. Ο εναρμονισμός του δικαίου είναι καλό για τον ευρωπαίο πολίτη, και βεβαίως για την ευρωπαϊκή επιχείρηση.


Αντικειμενικοί λόγοι μας σπρώχνουν όλο και σε πιο στενή συνεργασία. Όμως αυτό οδηγεί στην εντύπωση του λεγόμενου δημοκρατικού ελλείμματος, αφού οι επί μέρους εθνοκεντρικά διασπασμένοι λαοί έχουν ολοέν λιγότερο άμεσο έλεγχο στα τεκτενόμενα στην κεντρική ευρωπαϊκή σκηνή. Το κέλυφος του εθνικού κράτους, και η εθνικές κυβερνήσεις παρεμβάλονται ανάμεσα στον πολίτη και στους κεντρικούς ευρωπαϊκούς θεσμούς, και μπαίνουν εμπόδιο ως αδιεπέραστο τοίχος. Η δημοκρατία ασφυκτιά μέσα στα κυρίαρχα εθνικά κράτη, που όμως ολοέν αμοιβαία εκχωρούν το ένα στο άλλο την κυριαρχία τους, δίνοντας την εντύπωση σε πάλαι ποτέ κυρίαρχους λαούς (που δεν έχουν ποσώς ερωτηθεί), πως πλέον δεν είναι πια ούτε κυρίαρχοι ούτε δημοκρατικοί. Οι Ευρωπαϊκές ελίτ δεν μπορούν να συνεχίζουν να τραβούν το σκοινί της παρά πέρα ενοποίησης ερήμην των λαών της Ευρώπης. Πρέπει να εξηγήσουν και να εμπνεύσουν για το όραμα της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας. Και πρέπει να προχωρήσουν πλέον μαζί με τους λαούς κι όχι ερήμην τους, στην παρά πέρα οικοδόμηση της Ευρώπης των ονείρων μας.


Πρέπει να φύγουμε από αυτό το εθνοκεντρικό δημοκρατικό αδιέξοδο, που κινδυνεύει να οδηγήσει σε πλήρη αποδόμηση του Ευρωπαϊκού κεκτημένου, ελλείψει αναγκαίας νομιμοποίησης. Μόνο ο τρίτος δρόμος (της ομοσπονδιοποίησης και της δημοκρατικής ολοκλήρωσης) μπορεί να δώσει μια πειστική διέξοδο. Πρέπει οι λαοί της Ευρώπης να αφεθούν να δώσουν τα χέρια χωρίς την παρεμβολή του ξεπερασμένου και αχρείαστου πια εθνικού κράτους. Να ενωθούν πραγματικά σε έναν ενιαίο λαό με ενιαία κυριαρχία και να αφεθούν να ψηφίσουν για τους θεσμούς τους κατά τρόπο απόλυτα κυρίαρχο και εθνικά αδέσμευτο. Να εκλέξουν κυρίαρχο κοινοβούλιο με εξουσία με τη σειρά του να αναδείξει μια κυρίαρχη ευρωπαϊκή κυβέρνηση, όπου δεν θα έχει σημασία η εθνικότητα εκάστου υποψηφίου, αλλά οι πολιτικές θέσεις του. Η άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής και η συλλογή φόρων φτάνει στην καρδιά της έννοιας της λαϊκής κυριαρχίας και απαιτεί ευθεία (και όχι έμμεση) νομιμοποίηση. Η λαϊκή κυριαρχία δεν χρειάζεται όμως να συνταυτίζεται με την εθνική κυριαρχία, αλλά μπορεί να την υπερβαίνει, εάν βεβαίως προχωρήσουμε στην θέσπιση ενός ενιαίου κυρίαρχου ευρωπαϊκού λαού.


Ένα κράτος εξάλλου δεν θα μπορεί να είναι αληθινά φιλελεύθερο παρά μόνο αν είναι θρησκευτικά αλλά και εθνικά ουδέτερο. Η ανθρωπότητα εισέρχεται πλέον δυναμικά στην νέα εποχή της παγκοσμιοποίησης. Χρειαζόμαστε νέα εργαλεία οργάνωσης και προόδου. Με το πέρασμα του χρόνου, και όσο οι άνθρωποι μετακινούνται από χώρα σε χώρα, όλο και περισσότερο αυτή η απλή αλήθεια θα γίνεται συνείδηση του καθενός. Άλλωστε και η ίδια η ιστορία διδάσκει πως το έθνος δεν έχει ανάγκη το εθνικό κράτος για να επιβιώσει ή να προκόψει. Εγώ για παράδειγμα ζώ και εργάζομαι στη Βρετανία αλλά δεν παύω να είμαι Έλληνας (όσο και Ευρωπαίος), αλλά γνωρίζω πολλούς Βρετανούς που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα και αντιστοίχως δεν παύουν να είναι Βρετανοί. Αυτό που τελικά μετρά είναι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, και η δυνατότητα ισότιμης συμμετοχής στα κοινά. Μόνο που τα “κοινά” αφορούν πάρα πολλά διαφορετικά επίπεδα: τη γειτονιά, πόλη, επαρχία, νομό, περιφέρεια, χώρα, ήπειρο, και τέλος τον πλανήτη μας συνολικά. Πάρα πολλά θέματα είναι άλλωστε ήδη σήμερα πλανητικής εμβέλειας. Η κλιματική αλλαγή, οι πόλεμοι (εθνικοί ή θρησκευτικοί), η φτώχια και η πείνα στον τρίτο κόσμο, οι ευκαιρίες του διεθνούς εμπορίου, η εκμετάλευση του διαστήματος, το ενεργειακό πρόβλημα, ο υπερπληθυσμός, οι επιδημίες. Όλα αυτά και άλλα πολλά απαιτούν σε πλανητικό και σίγουρα υπερεθνικό επίπεδο να βλέπουμε το μέλλον της ανθρωπότητας συνολικότερα, μακροσκοπικά.


Η παρούσα κρίση παρέχει μια μοναδική ευκαιρία όχι απλά να επισκευάσουμε μια χαλασμένη ή να ολοκληρώσουμε μια ημιτελή Ένωση, αλλά να οραματιστούμε από την αρχή πού θέμε να κατευθύνουμε την κοινή μας Ευρωπαϊκή μοίρα. Αρκεί να προσηλωθούμε στα μεγάλα και να μην τρυχόμαστε με τα μικρά και ασήμαντα. Και αρκεί να φτιάξουμε δομές που καταξιώνουν τον άνθρωπο ως άτομο, που τον απελευθερώνουν από προκαταλήψεις και καταπιέσεις, που δοξάζουν την ανθρώπινη φύση, που τιμούν τη διάνοια και τις απίστευτες δυνατότητες του είδους μας και που ανοίγουν δρόμους ελευθερίας και δημιουργίας σε τούτο τον νέο και περίλαμπρο αιώνα για ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας και για τα παιδιά όλων μας, πάνω σε τούτη τη μικρή, μπλε, φιλόξενη, εύθραυστη κοινόβια κουκίδα που λέμε Γή, που στο τέλος είναι η κοινή πατρίδα όλων μας.

No comments:

Post a Comment