Wednesday 14 May 2014

Οι κίνδυνοι από την άμεση εκλογή ΠτΔ

Ο θεσμός του ΠτΔ, που οραματίστηκε και υλοποίησε ο συνταγματικός νομοθέτης του ’75 έχει καταξιωθεί ως ο πλεόν πετυχημένος πολιτειακός θεσμός της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας της χώρας.

Τόσο οι συντηρητικοί πρόεδροι (Τσάτσος, Καραμανλής, Στεφανόπουλος) όσο και οι προοδευτικοί (Σαρτζετάκης, Παπούλιας) άσκησαν τα καθήκοντα τους με τρόπο υποδειγματικό και με αφοσίωση στην αποστολή τους. Τόσο πριν την αναθεώρηση του ’85 (και τον περίφημο περιορισμό των διαβόητων “υπερεξουσιών”) όσο και μετά από αυτή, όλοι οι πρόεδροι ήρθησαν πάνω από τις τρέχουσες πολιτικές διαμάχες. Υπηρέτησαν τον υπερκομματικό ρόλο τους ως μη εκτελεστικοί (non-executive) ανώτατοι άρχοντες που προσωποποιούν την ενότητα του έθνους. Ο έμμεσος τρόπος εκλογής του ΠτΔ (από το κοινοβούλιο με αυξημένη πλειοψηφία) αποτελεί ουσιώδες προαπαιτούμενο για τη διασφάλιση του υπερκομματικού του ρόλου, άσχετα από το κομματικό παρελθόν εκάστου προσώπου. Η θεσμική υπερκομματικότητα διασφαλίζεται δια της διαφύλαξης του ΠτΔ μακριά από την κομματική τριβή και τους κομματικούς ανταγωνισμούς.

Οι προτείνοντες την απευθείας εκλογή δε μας λεν: Η απευθείας εκλογή θα συνοδευτεί και με αυξημένες εξουσίες, και αν ναι τί λογής και έκτασης θα είναι αυτές; Θα μεταβούμε σε τύποις ή εν τοις πράγμασι προεδρικό, ή ημιπροεδρικό σύστημα, κατά το Αμερικάνικο ή Γαλλικό πρότυπο αντίστοιχα; Ο κίνδυνος είναι ότι ακόμη κιαν οι εξουσίες του ΠτΔ δεν επεκταθούν τυπικά, η άμεση εκλογή από το λαό καθαυτή θα δημιουργεί προσδοκίες ευθείας πολιτικής παρέμβασης του προέδρου στα πολιτικά πράγματα. Ο υποψήφιος πρόεδρος θα πρέπει να έχει (και να κρίνεται επάνω σε) “πολιτικές θέσεις”, και ανερχόμενος στο αξίωμα θα πρέπει να εμφανίζεται ότι εφαρμόζει τις θέσεις αυτές, ότι τις επιβάλει στην κυβέρνηση και στο κοινοβούλιο. Στην πραγματικότητα αυτό όχι μόνο δεν θα ενισχύσει το κύρος του προέδρου, αλλά θα το καταβαραθρώσει. Θα καταποντίσει τον ανώτατο άρχοντα από τον Όλυμπο της εθνικής ομοψυχίας πέραν πάσης κριτικής, στα τάρταρα των κομματικών ανταγωνισμών και της πανταχόθεν αμφισβήτησης. Όχι μόνο αυτό, αλλά θα προκαλέσει πολιτειακή και θεσμική σύγχυση, που μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε εθνικό διχασμό.

Σἠμερα το μόνο πολιτειακό όργανο με άμεση λαϊκή νομιμοποίηση είναι το κοινοβούλιο, το οποίο ορίζει και ελέγχει τόσο την κυβέρνηση, όσο και τον πρόεδρο. Υπάρχει σαφήνεια ως προς την προέλευση της λαϊκής νομιμοποίησης, και ως προς την λογοδοσία και διεύθυνση των πολιτικών πραγμάτων. Αντιθέτως η άμεση εκλογή του προέδρου και μάλιστα σε διαφορετικό χρόνο από την εκλογή του κοινοβουλίου θα τοποθετήσει εκ παραλλήλου δύο πολιτειακά όργανα με άμεση νομιμοποίηση, που θα ερίζουν περί την αυθεντική έκφραση του λαϊκού αισθήματος, τον πρόεδρο από τη μια και το κοινοβούλιο από την άλλη, με μήλον της έριδος στο μέσο την κυβέρνηση. Θα είναι κρίσιμο να ξέρουμε, ποιός θα διορίζει και παύει την κυβέρνηση: ο πρόεδρος (προεδρικό σύστημα όπως στην Αμερική) ή η βουλή (κλασσικό κοινοβουλευτικό σύστημα, όπως ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες); Και ποιός θα έχει το δικαίωμα να διαλύσει την κυβέρνηση ή να απολύσει τον πρωθυπουργό; Το ισχύον σύστημα είναι σαφέστατο, και έχει διασφαλίσει την πολιτική σταθερότητα και ομαλότητα στη χώρα μας.

Η Ελλάς έχει μακρά κοινοβουλευτική παράδοση, όπου η λαϊκή κυριαρχία υλοποιείται με εναπόθεση της εξουσίας άμεσα και αποκλειστικά στο κοινοβούλιο, που αναδεικνύει και ελέγχει την έμμεσα εκλεγμένη εκτελεστική εξουσία, και όπου η εκτελεστική εξουσία είναι συλλογική με τον πρωθυπουργό πρώτο μεταξύ ίσων εντός του υπουργικού συμβουλίου. Το προεδρικό σύστημα είναι ξένο στις πολιτικές μας παραδόσεις, και ξένο στις ιστορικές ιδιαιτερότητες της χώρας μας. Δεν με ενδιαφέρει εδώ το τυπολατρικό επιχείρημα ότι δήθεν η μορφή του πολιτεύματος ως προεδρευόμενης (και όχι προεδρικής) κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν υπόκειται σε αναθεώρηση με βάση το 110 του συντάγματος, δεδομένου ότι το ίδιο το 110 υπόκειται σε αναθεώρηση. Ο κίνδυνος είναι αλλού. Πρέπει να θυμηθούμε λίγο και να κατανοήσουμε τη συνταγματική μας ιστορία.

Όποτε στη σύγχρονη ιστορία μας ο ανώτατος άρχοντας περιβλήθηκε εκτελεστικές εξουσίες και αναμείχθηκε στην πολιτική ήρθε μοιραία σε σύγκρουση με το λαό και το κοινοβούλιο. Ο Καποδίστριας, παρά τις αγαθές προθέσεις και τις άριστες ικανότητες μισήθηκε και στο τέλος δολοφονήθηκε, διότι έχων οιονεί άμεση νομιμοποίηση πολιτεύτηκε με αυταρχισμό (αναγκαίο ίσως από τις περιστάσεις) που όμως τον έθεσε σε θεσμική σύγκρουση με την πολιτική τάξη και το λαό. Ο Όθωνας απέτυχε ακριβώς διότι είχε απόλυτες εκτελεστικές εξουσίες (ακόμη και με το σύνταγμα του ’43). Αντίθετα ο Γεώργιος ο Α’ πέτυχε ως ένας από τους μαρκοβιότερους και καθολικότερα αποδεκτούς ανώτατους άρχοντες της σύγχρονης ιστορίας μας με το νέο πιο φιλελεύθερο σύνταγμα του ’63 ακριβώς επειδή έμεινε στο παρασκήνιο και απέφυγε την ευθεία εμπλοκή στις πολιτικές διαμάχες. Επί της θητείας του ήκμασε ο κλασσικός κοινοβουλευτισμός στην Ελλάδα με τον Κουμουνδούρο, τον Τρικούπη, την αρχή της δεδηλωμένης κλπ. Όταν ο διάδοχος Κωνσταντίνος με τις επιτυχίες των Βαλκανικών πολέμων αισθάνθηκε πως είχε περιβληθεί με την άμεση λαϊκή επιδοκιμασία και εντολή και επέλεξε να αναμειχθεί ενεργά στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας οδηγηθήκαμε σε εθνικό διχασμό με τραγικές εθνικές συνέπειες. Τό ίδιο συνέβηκε και αργότερα τη δεκαετία του 1960 με τη σύγκρουση δύο εκλεγμένων πρωθυπουργών με τα ανάκτορα, τα οποία επέμεναν να παρεμβαίνουν στην πολιτική, με συνέπεια την εκτροπή. Η κληρονομική διαδοχή στο ύπατο αξίωμα απέτυχε παταγωδώς στη χώρα μας όχι τόσο εξαιτίας του προφανώς άτοπου και ανόητου της φιλοσοφικής της θεμελίωσης, αλλά ακριβώς εξαιτίας της αθεράπευτης τάσης των Ελλήνων βασιλέων να εμπλέκονται στην πολιτική. Αντιθέτως ο θεσμός είναι τόσο εξαιρετικά πετυχημένος στη Βρετανία διότι το στέμμα απέχει ευλαβώς από το πολιτικό παιχνίδι.

Ο θεσμός του ΠτΔ με το σύνταγμα του ’75 αναδείχθηκε τόσο πετυχημένος ακριβώς λόγω του μη εκτελεστικού του (non-executive) χαρακτήρα και της απόλυτης σαφήνειας ως προς την οριοθέτηση των πολιτικών εξουσιών, όπου η απόλυτη θεσμική πρωτοκαθεδρία ανήκει χωρίς περιστροφές αποκλειστικά στο άμμεσα εκλεγμένο από το λαό εθνικό κοινοβούλιο. Ακόμη κι όταν στην κορφή συγκατοίκησαν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 οι Καραμανλής και Παπανδρέου, άλλοτε σφοδροί πολιτικοί αντίπαλοι, και μολονότι πριν την αναθεώρηση του ’85 ο ΠτΔ ήταν ακόμη περιβεβλημένος με τις υποτιθέμενες υπερεξουσίες, ο Καραμανλής είχε τη θεσμική σοφία να μην ανακατευθεί στο πολιτικό παιχνίδι και δεν άσκησε ποτέ αυτές τις υποτιθέμενες υπερεξουσίες, ακόμη κι όταν ο Παπανδρέου στην πρώτη τετραετία απειλούσε να βγάλει τη χώρα από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ. Ο Καραμανλής ως πρόεδρος διατήρησε με ευλάβια την κομματική ουδετερότητα του υψηλού του αξιώματος, και σεβάστηκε (όσο κι αν διαφωνούσε πολιτικά επί της ουσίας με το μεγάλο του αντίπαλο) την λαϊκή κυριαρχία που ενσάρκωνε ο αρχηγός του πλειοψηφούντος κόμματος στη βουλή.

Έναν τόσο πετυχημένο θεσμό δεν τον αλλάζεις έτσι αβασάνιστα. Η κακοδαιμονία της χώρας δεν οφείλεται στις υπερεξουσίες του πρωθυπουργού, ούτε στην αποψίλωση των εξουσιών του προέδρου, οι οποίες συνιστούν αμφότερες θεσμικούς μύθους άνευ ουσίας. Άλλωστε για την υπερχρέωση της χώρας και την κατάρρευση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας δεν ευθύνεται η έμμεση εκλογή του ΠτΔ, ούτε ο τρόπος λήψης αποφάσεων, που ήταν άψογες ως προς τον τύπο, αλλά το περιεχόμενο αυτών, που ήταν καταστροφικό ως προς την ουσία. Για την Ελληνική κατάρρευση φταίει ο λαϊκισμός, απέναντι στον οποίο δεν υπάρχουν θεσμικά, και δη συνταγματικά αντίδοτα. Μόνο αντίδοτο απέναντι στο λαϊκισμό είναι η ανώτερη πολιτική παιδεία του λαού και η ευγενής και υπεύθυνη συμπεριφορά των πολιτικών. Δυστυχώς η πρόταση για απευθείας εκλογή του ΠτΔ από το λαό, όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει τα θεμέλια του λαϊκισμού, αλλά η ίδια ως πρόταση αποτελεί έκφανση αυτού, διότι βεβαίως ο πολύς κόσμος δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τα τεχνικά επιχειρήματα περί του αντιθέτου, ενώ εύκολα συγκινείται με τη φανταχτερή υπόσχεση δήθεν περισσότερης δημοκρατίας, που υποτίθεται η άμεση εκλογή προσφέρει, παραβλέποντας τους εθνικούς κινδύνους από την θεσμική σύγχυση που αυτό θα επιφέρει.

Στον κοινοβουλευτισμό ο πρωθυπουργός έχει μόνο όση εξουσία του αναγνωρίζει η βουλή. Όσο έχει την πλειοψηφία, μπορεί να παραμένει στην κορυφή. Η ιστορία διδάσκει ότι χωρίς τη δεδηλωμένη κανείς πρωθυπουργός δεν μπορεί να σταθεί στην εξουσία ούτε για ένα δευτερόλεπτο. Αυτό το ξέρει καλά και ο Μητσοτάκης, αλλά και ο Γ. Παπανδρέου που αμφότεροι κατακρημνίστηκαν τη στιγμή που έχασαν την κοινοβουλευτική τους στήριξη. Ενδεχομένως να το ανακαλύψει και ο Σαμαράς μετά τις ευρωεκλογές αν πράγματι καταρρεύσει το ΠΑΣΟΚ και αποσυρθεί η κοινοβουλευτική στήριξη προς την κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός δεν έχει υπερεξουσίες. Έχει απλά πρόσκαιρη και λελογισμένη εξουσία, τόση όση του παρέχει το κοινοβούλιο, υπό τον διαρκή και αμείλικτο έλεγχο του οποίου τελεί. Την πραγματική δύναμη έχουν οι έλληνες βουλευτές που εκλέγονται άμεσα από το λαό, που ασκούν συλλογικά τη νομοθετική εξουσία, που αναδεικνύουν και ελέγχουν την εκτελεστική εξουσία, που εκλέγουν τον ανώτατο άρχοντα.

Ο κοινοβουλευτισμός είναι η ευγενέστερη και αποτελεσματικότερη μορφή οργάνωσης και άσκησης σύγχρονης δημοκρατικής εξουσίας. Συνάδει με τις αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού. Διαπνέεται από τις αρχές της ισότητας και ισοπολιτείας. Ο πρώτος μεταξύ ίσων, δεν είναι μεσίας. Είναι διαπραγματευτής, πρωτοκάθεδρος εκπρόσωπος και διαχειριστής της πλειοψηφίας. Ο πρωθυπουργός (σε αντίθεση με τον όποιο εκτελεστικό πρόεδρο) κατέρχεται για ψήφο εμπιστοσύνης στη βουλή. Προσκηνά στα ιερά της έδρανα την εξουσία του λαού ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπίας, υποκλίνεται στην ενσάρκωση της λαϊκής κυριαρχίας μέσα στο κοινοβούλιο.

Ο κοινοβουλευτισμός (και άρα η προεδρευόμενη δημοκρατία) συνάδει με τη σεμνότητα και δημοκρατική συλλογικότητα που προσήκουν στον 21ο αιώνα, τον αιώνα της γνώσης, της πληροφορίας, της κοινωνικής δικτύωσης και ισότητας, όπου ο μεσιανισμός δεν έχει πέραση. Το προνόμιο της άμεσης νομιμοποίησης ανήκει αποκλειστικά στο κοινοβούλιο και τη νομοθετική εξουσία. Η εκτελεστική εξουσία απορρέει από τη νομοθετική. Αντλεί έμμεση νομιμοποίηση και υποτάσσεται στον ηθικό και πολιτικό έλεγχο της τελευταίας. Η ανάδειξη ανταγωνιστικού πυλώνα με επίσης άμεση και αυτοτελή λαϊκή νομιμοποίηση στο πρόσωπο ενός άμεσα εκλεγμένου προέδρου, εκτός από τον κίνδυνο εθνικού διχασμού θα προκαλέσει παραπέρα υπονόμευση του κύρους του κοινοβουλίου, και θα οδηγήσει σε πολιτική και ηθική αποχαλίνωση την εκτελεστική εξουσία.

Στον αντίποδα του κοινοβουλευτισμού, ιδέες προεδρικού συστήματος, ιδέες υπερσυγκέντρωσης της εκτελεστικής εξουσίας, δείχνουν προς μια παρωχημένη ιστορικά αντιδημοκρατική κατεύθυνση, εκφράζουν την τάση εκφασισμού της κοινωνίας, όπου το πόπολο δισπιστεί στις συλλογικότητες και διψά τάχα για έναν μεσία υπεράνω όλων με υπερεξουσίες, έναν παράκλητο ικανό δήθεν να υπερβεί ή και να τιμωρήσει τους ένοχους και αμαρτωλούς πολιτικούς. Γι’ αυτό σε τούτες τις πονηρές μέρες γίνονται και τέτοιες προτάσεις, οι οποίες σήμερα έχουν μεγαλύτερη πέραση στον κόσμο.

Αν μας φταίν οι βουλευτές ας τους αλλάξουμε, όμως ας διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού τον κοινοβουλευτισμό, που από τον καιρό του Τρικούπη, του Βενιζέλου, του Καραμανλή υπηρέτησε τη χώρα όσο κανείς άλλος θεσμός, και έδωσε πάντα λύσεις σε όλα τα νομιζόμενα αδιέξοδα της πατρίδας, ακριβώς όπως συνέβη και τα πέτρινα τούτα χρόνια της κρίσης, όπου το κοινοβούλιο παρόλες τις πιέσεις άνθεξε, και κράτησε τη χώρα όρθια, περήφανη και αισιόδοξη. Ναι στην συνταγματική αναθεώρηση. Ναι στην απλοποίηση και παραπέρα φιλελευθεροποίηση του συντάγματος. Όχι στα επικίνδυνα θεσμικά παιχνίδια επ’ αφορμή της αναγκαίας αναθεώρησης. Όχι σε ανιστόρητους θεσμικούς ερασιτεχνισμούς που μπορούν να ανοίξουν τους ασκούς του Αιώλου και να οδηγήσουν σε νέους διχασμούς! 

No comments:

Post a Comment