“Άρξομαι δε από των προγόνων πρώτον. Δίκαιον γαρ αυτοίς και πρέπον δε άμα εν τω τοιώδε την τιμήν τούτην της μνήμης δίδοσθαι. Την γαρ χώραν οι αυτοί αιεί οικούντες διαδοχή των επιγιγνομένων μέχρι τούδε ελευθέραν δι αρετήν παρέδοσαν. Και εκείνοι τε άξιοι επαίνου και έτι μάλλον οι πατέρες ημών. Κτησάμενοι γαρ προς οις εδέξαντο όσην έχομεν αρχήν ουκ απόνως ημίν τοις νυν προσκατέλιπον. Τα δε πλείω αυτής αυτοί ημείς οίδε οι νυν έτι όντες μάλιστα εν τη καθυστηκύια ηλικία επευξήσαμεν και την πόλιν τοις πάσι παρεσκευάσαμεν και ες πόλεμον και ες ειρήνην αυταρκεστάτην”.
Οι προσπάθειες για μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων βρίσκουν αντίθετη την αριστερά, η οποία καλεί τους εργαζομένους σε ξεσηκωμό. Η κυβέρνηση επικρίνεται από τη ΝΔ ως ανακόλουθη ως προς το προεκλογικό της πρόγραμμα. Ωστόσο ομολογουμένως η κυβέρνηση εφαρμόζει μέτρα που είναι πιο κοντά στις “σκληρές” και “υπεύθυνες” πολιτικές που υποσχόταν ο Καραμανλής προεκλογικά. Διπλή η αφορμή λοιπόν για την αριστερά να καλεί το λαό σε εξέγερση και διπλή η ευκαιρία για κριτική από τη ΝΔ από αντίρροπες οπτικές (ανακολουθία, καθυστερήσεις). Παρόλαυτα ο λαός σα να φαίνεται πως κατά βάθος αναγνωρίζει πως η κυβέρνηση, παρόλη την όποια ανακολουθία, και παρά τις όποιες καθυστερήσεις, τελικά παίρνει κάποια σωστά μέτρα, παρά τον όποιο αντιλαϊκό τους χαρακτήρα.
Βέβαια τα όποια μέτρα στην οικονομία κρίνονται από το αποτέλεσμα, και αυτό συνήθως εξαρτάται όχι μόνο από την κατεύθυνση τους αλλά και από την ταχύτητα ή το καίριο της εφαρμογής τους. Επίσης η αποτελεσματικότητα τους κρίνεται και από την βαθμό πολιτικής αποδοχής τους. Η οικονομική πολιτική δυστυχώς δεν μπορεί (ιδίως στη χώρα μας) να ασκείται ερήμην της γενικότερης πολιτικής. Αυτός είναι ίσως και ο λόγος που φτάσαμε σε τούτα τα χάλια. Σε άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, με παράδοση στην δημοσιονομική πειθαρχία, ο κόσμος έχει αποβάλει (σε σημαντικό βαθμό) την πολιτικολογία από την άσκηση οικονομικής πολιτικής. Οι άνθρωποι κοιτούν τους αριθμούς. Εμείς εδώ, απλά δυσπιστούμε προς τους αριθμούς, δικαίως μεν ατυχώς δε. Και φυσικά είμαστε υπαίτιοι της ιδίας ημών δυσπιστίας, η οποία προέρχεται από την αναξιοπιστία των αριθμών...
Μέσα στη γενική σύγχυση των ημερών, πολλοί επιχειρούν να δώσουν πολιτική χροιά στην εφαρμοζόμενη περιοριστική πολιτική. Από αριστερά προσπαθούν να την εμφανίσουν ως δεξιά, ή “νεοφιλελεύθερη” ή αντιδραστική κλπ. Ο στόχος των περίφημων μέτρων είναι η μείωση του ελλείμματος και η έναρξη σταδιακής αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους. Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι γιατί η μείωση του ελλείμματος έχει πολιτικό χρώμα. Η εφαρμογή της όποιας πολιτικής (δεξιάς ή αριστερής, συντηρητικής ή φιλελεύθερης) με δανεικά και με ελλειμματική διαχείριση, δεν συνιστά μεταφορά εισοδήματος από τους πλούσιους προς τους φτωχούς (ή το αντίστροφο), αλλά μεταφορά πόρων από το μέλλον (δηλαδή από τα παιδιά μας) προς το παρόν (δηλαδή προς εμάς). Αφαιρούμε (υποθηκεύουμε) το μέλλον των παιδιών μας για να χρηματοδοτούμε το δικό μας παρόν. Αυτό αποτελεί η ελλειμματική διαχείριση. Άρα το αντίθετο αυτής, δηλαδή η συνετή διαχείριση που ισοσκελίζει τον προϋπολογισμό είναι η πολιτική που τελικά ζητά θυσίες από το παρόν υπέρ ενός υγιέστερου και ευρωστώτερου μέλλοντος. Η απόφαση να ισοσκελίσουμε τον προϋπολογισμό δεν είναι ούτε δεξιά, ούτε αριστερή. Το ερώτημα είναι τα ισοσκελισμένα έσοδα από του προέρχονται, και τα ισοσκελισμένα έξοδοα που δαπανούνται. Μπορεί άρα κανείς να συμφωνήσει σε μια διακομματική αρχή για την ανάγκη διαχρονικής συνετής διαχείρισης χωρίς να χρειάζεται να συμφωνεί στο πολιτικό σκέλος του τρόπου αυτής της διαχείρισης (δηλαδή στο θέμα της αναδιανομής). Αυτό σε γενικές γραμμές κάνουν οι Γερμανοί, διαχρονικά και διακομματικά.
Διότι βεβαίως, όσο το χρέος μεγεθύνεται, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι δαπάνες για τόκους, και τόσο περισσότερο μειώνονται οι λοιποί διαθέσιμοι πόροι για άσκηση της οποιασδήποτε (δεξιάς ή αριστερής) πολιτικής. Η υπερχρέωση οδηγεί σε εξαθλίωση και ανέχεια. Ο δανεισμός τότε μόνο έχει νόημα, αν το δανεικό κεφάλαιο πρόκειται να χρηματοδοτήσει μια επένδυση που θα αποφέρει απόδοση (return on investment – ROI) μεγαλύτερη των τόκων. Αλλιώς το δάνειο είναι χασούρα. Ο επί 40 και πλέον χρόνια δανεισμός του ελληνικού δημοσίου ήταν σε καταναλωτική ως επί το πλείστον και όχι επενδυτική βάση. Τα δανεικά με άλλα λόγια τα “φάγαμε”, δεν τα επενδύσαμε, κι έτσι το ΑΕΠ δεν αναπτύχθηκε ταχύτερα από το χρέος, αλλά το αντίστροφο. Η πολιτική των δανεικών ήταν άρα καταστροφική, αν όχι εγκληματική.
Επί 40 και πλέον χρόνια (ουσιαστικά από το ’67 και μετά) η δική μας γενιά μαζί με την αμέσως προηγούμενη συσωρρεύσαμε τεράστια δημοσιονομικά χρέη στο βωμό της διαιώνισης μικρο-πελατειακών ψευδο-συντεχνιακών σχέσεων με την εξουσία, την οποία εξεβιάζαμε διαρκώς για “παροχές”, για “προσλήψεις” και κάθε μορφής χαριστικές και αντιπαραγωγικές δράσεις. Με τα δάνεια υποχρεώναμε τα τελευταία 40 και πλέον χρόνια τις κατά καιρούς απαξιωμένες πολιτικές ηγεσίες μας να εξαγοράζουν την ψήφο και να νέμονται την εξουσία με συνενοχή του λαού. Οι προηγούμενες γενιές (μαζί και η δική μας γενιά) έσπειραν τούτη τη δημοσιονομική θύελλα την οποία καλούμαστε σήμερα εμείς και αύριο τα παιδιά μας να θερίσσουμε. Με ένα σκανδαλώδες συνταξιοδοτικό σύστημα, το οποίο επέτρεπε σε ανθρώπους 50 ετών να αποχωρούν από την εργασία και να εισπράττουν συντάξεις και παροχές αξίας πολλαπλάσιας από τις όποιες εισφορές τους σε φορολογία και κοινωνική ασφάλιση.
Και τη νύφη πρέπει τώρα εμείς σήμερα να την πληρώσουμε. Και θα την πληρώσουμε ακριβά. Πληρώνουμε σήμερα την παταγώδη αποτυχία του οικονομικού μοντέλου των τελευταίων 40-45 χρόνων. Μαζί με τις εξεταστικές επιτροπές στη Βουλή, πρέπει να φτιάξουμε και μια μεγάλη εξεταστική της πρόσφατης ιστορίας μας επιτροπή. Και να καλέσουμε σε δίκη και σε απολογία αυτές τις προηγούμενες γενιές, και να τις ρωτήσουμε τί, τέλος πάντων μας κληροδοτούν σήμερα; Και να αναλογισθούμε και εμείς, τί κληροδοτούμε αύριο στα παιδιά μας; Ένα χρέος πλέον των 300 δις ευρώ; Αυτό είναι το αποτέλεσμα; Αυτή είναι η “καλή ομολογία” που μας παραδίδουν σήμερα οι παλαιότεροι ή που θα παραδώσουμε εμείς αύριο;
Όσο υπάρχει ακόμη χρόνος, πρέπει να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας τώρα. Εμείς, τί θα παραδώσουμε στα παιδιά μας; Το ίδιο, ή και μεγαλύτερο χρέος; Μια χώρα ξεφτυλισμένη; Μια κοινωνία της αποτυχίας που έχει πιάσει πάτο σε όλους τους τομείς; Ή μήπως θα κάνουμε τη δική μας επανάσταση και θα θέσουμε στόχους για ανόρθωση; Αρκεί η μείωση του ελλείμματος, ή μήπως πρέπει να θέσουμε ως υπέρτατο εθνικό στόχο την απαλλαγή της χώρας από το χρέος εντός της προσεχούς 20ετίας; Ως πότε θα δεχόμαστε να σπαταλάμε το 11% του ΑΕΠ στην εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους (δηλαδή να πετάμε τον πλούτο της χώρας μας στις τσέπες των τραπεζιτών επειδή οι παλαιότεροι όταν είχαν την ευθύνη – δια της ψήφου των – για τη διαχείριση της οικονομίας τα τελευταία 40 χρόνια προτίμησαν αντί του δρόμου της αρετής, τον δρόμο της “εδώ και τώρα” ικανοποίησης των παντοειδών αιτημάτων τους σε βάρος του δημοσίου κορβανά και σε βάρος του μέλλοντος αυτού του τόπου, δηλαδή σε βάρος του δικού μας σήμερα βιοτικού επιπέδου.
Ας ψάξουμε τις ευθύνες των διάφορων πολιτκών, αλλά να μην ξεχνάμε πως τελικά σε μια δημοκρατία υπεύθυνος είναι ο ίδιος ο λαός για τις τύχες του. Και μεις σήμερα ως έθνος είμαστε άξιοι της μοίρας μας, και ως νεώτεροι οφείλουμε να υποταχθούμε στη ρήση ότι αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα. Οφείλουμε όμως παράλληλα να διαφυλλάξουμε τα δικά μας παιδιά από ένα παρόμοιο όνειδος. Φαίνεται πως ο λαός μας επιτέλους ακούει αυτό το κάλεσμα. Δυστυχώς έπρεπε να φτάσουμε στο χείλος του γκρεμού για να δούμε το αληθινό μας πρόσωπο στον καθρέπτη και να αισθανθούμε ως λαός ντροπή για το θέαμα.
Ο χρόνος θα δείξει αν “αυτοί ημείς οίδε” όπως θα λεγε ο Περικλής, μαζί με τη σκυτάλη της ευθύνης επήραμε και το μήνυμα των καιρών, γιατί βεβαίως οι καιροί, σήμερα παρά ποτέ άλλοτε, ού μενετοί εισί.
Το χρωστούμε στην ιστορία μας, στα παιδιά μας, στη γενιά του 12/13 στη γενιά του 40, στη γενιά του 73, μα πάνω από όλα το χρωστούμε στον εαυτό μας, να μπορούμε σε είκοσι ή σε πενήντα χρόνια ατενίζοντας τους παρελθόντες κόπους μας να καμαρώνουμε θριαμβευτικά για το αποτέλεσμα αυτών των κόπων αντί να αισχυνόμαστε για την απουσία και κόπου και αποτελέσματος και τιμής.
Η απελθούσα κυβέρνηση και ο απαξιωθείς (και τελικά ανάξιος του μεγάλου του ονόματος) ηγέτης της θα μείνουν στην ιστορία για τις μεγάλες ευκαιρίες που με εγκληματική αμέλεια έχασαν. Όσοι τους στήριξαν έχουν σήμερα μια ευκαιρία για αυτοκάθαρση. Ως λαός έχουμε μια ευκαιρία μέσα από την κρίση να κάνουμε μια νέα αρχή.
Ίδομεν.
No comments:
Post a Comment