Monday, 25 June 2012

Περί Ανάπτυξης Μυθολογία και Καταναλωτισμού Θεοποίηση

(Πέρα από το Ρίο)


Η καθ’ υπερβολή επίκληση της ανάπτυξης ως πανάκειας σε Ελλάδα, Ευρώπη και Αμερική, νομίζω πρέπει να μας κάνει λίγο επιφυλακτικούς. Τί πραγματικά εννοούμε και τί πραγματικά επιδιώκουμε όταν ομνύουμε έτσι δογματικά και άκριτα στην ανάπτυξη; Η απλοϊκή
(από καθαρά δημοσιονομική σκοπιά) απάντηση υποθέτω είναι ότι επιδιώκουμε τη μεγέθυνση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος ώστε να μπορέσουμε ευκολότερα να αποπληρώσουμε το δημόσιο χρεός και να μειώσουμε το έλλειμμα, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και βελτιώνοντας το μέσο βιωτικό επίπεδο.

Αξίζει όμως νομίζω να δούμε το θέμα κάπως ευρύτερα, ιδίως σήμερα με το βλέμμα στραμμένο στο Ρίο. Ανάπτυξη ουσιαστικά συνεπάγεται (ή ίσως κάποιοι θα πουν προϋποθέτει) αύξηση της κατανάλωσης.  Αναμφισβήτητα υπάρχει αμφίδρομη αιτιακή σχέση ανάμεσα στην ανάπτυξη (μεγέθυνση μιας οικονομίας) και στην κατανάλωση, αν και δεν είναι απόλυτα σαφές πιο προέχει. Ο εικοστός αιώνας ήταν ο αιώνας του καταναλωτισμού, δηλαδή της κατανάλωσης προϊόντων όχι μόνο από ανάγκη πια (όπως συνέβαινε παλαιότερα) αλλά από επιθυμία.

Η αλματώδης ανάπτυξη στη Δύση τροφοδοτήθηκε από το φαινόμενο του υπερκαταναλωτισμού που στηρίχτηκε στη δημιουργία τεχνητών αναγκών, τεχνητών δυνατοτήτων και χειραγωγημένων καταναλωτικών συμπεριφορών. Προς τούτο επιστρατεύτηκαν τρία βασικά υπομόχλια: (i) επιτηδευμένη βραχεία απαξίωση αγαθών (planned obsolescence) για τη δημιουργία της τεχνητής ανάγκης αντικατάστασης, (ii) πιστωτική επέκταση για τη δημιουργία της τεχνητής δυνατότητας άμεσης ικανοποίησης των τεχνητών αναγκών, και (iii) σύγχρονο επιθετικό μάρκετιγκ για τη δημιουργία νομιζόμενων επιθυμιών και τη χειραγώγηση των καταναλωτικών συμπεριφορών με την ψυχολογική επίταση της εσωτερικής ορμής για αέναη επιδίωξη νέων αποκτημάτων και ολοέν συχνότερης αντικατάστασης των υπαρχόντων. Ο σύγχρονος δυτικός καπιταλισμός έτσι κατατείνει στη μεγιστοποίηση της καταναλωτικής δυναμικότητας (με διαρκή αύξηση διαθέσιμου εισοδήματος) καθώς και της καταναλωτικής τάσης εκάστου καταναλωτή (με διαρκή αύξηση αναγκών και επιθυμιών), αδιαφορώντας για το δευτερεύον θέμα της ευζωίας και της αληθινής ευτυχίας εκάστου ημών, που βεβαίως συναρτάται λιγότερο με αποκτήματα και περισσότερο με έννοιες όπως η θαλπωρή σταθερών κοινωνικών σχέσεων στα πλαίσια φιλίας ή οικογένειας, η αγάπη των άλλων, η έγνοια τους και η αληθινή παρουσία τους στη ζωή μας.

Όμως πέρα από τα σύνθετα αξιακά και ηθικολογικά ζητήματα της εποχής μας, που ας κρίνει ο καθένας για τον εαυτό του, με ενδιαφέρει εδώ να αναλογιστώ την καθαρά οικονομική επίπτωση του υπερκαταναλωτισμού στα θεμέλια του ίδιου του καπιταλισμού, καθώς βεβαίως δεν έχω χάσει ούτε προς στιγμή την πίστη μου στις αρχές της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και στην περί τούτων αλήθεια. Όμως τείνω να πιστεύω πως ο υπερκαταναλωτισμός, που βεβαίως λειτουργεί ως ντοπαϊνη για την ανάπτυξη, μακροπρόθεσμα αποτελεί ένα θανατηφόρο καρκίνωμα στα θεμέλια των δυτικών κοινωνιών, αλλά το χειρότερο, απειλεί μακροσκοπικά την ίδια τη βιωσιμότητα του ανθρώπινου είδους, όχι διότι η κατανάλωση αγαθών είναι κάτι αρνητικό, μα γιατί η όποια υπερβολή τείνει κατ’ ανάγκη να δημιουργεί ανισορροπίες, που μπορεί να αποβούν καταστροφικές.

Τα τρία βασικά υπομόχλια που προανέφερα, αξίζουν λίγης περισσότερης προσοχής αφού καταδεικνύουν αυτές τις ανισορροπίες:

Η πιστωτική επέκταση (ιδίως για κατανάλωση και στέγη) οδηγεί πρόσκαιρα σε τόνωση της ζήτησης, αύξηση του κύκλου εργασιών, αλλά και σε τεχνητή άνοδο του γενικού επιπέδου των τιμών, που βεβαίως καταλήγει στην υπερχρέωση. Με την πιστωτική επέκταση η ικανοποίηση αναγκών επισπεύδεται (με άμεση ρευστότητα από δανεικά σήμερα μάλλον παρά από μελλοντική αποταμίευση αύριο), όμως η γενικευμένη τέτοια επίσπευση από όλους του αγοραστές ωθεί τις τιμές (π.χ. των ακινήτων) στα ύψη, όπου κερδισμένος δεν είναι ο δανειολήπτης αλλά οι τράπεζες. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η σχετική επίπτωση στη στεγαστική πίστη, που ήταν βεβαίως και στην καρδιά της αφετηρίας της κρίσης του 2008/9 που οδήγησε στη γνωστή φούσκα των ακινήτων σε ΗΠΑ, Βρετανία, Ισλανδία, Ιρλανδία, Ισπανία, κλπ. Η πιστωτική επέκταση είναι πλέον σαφές ότι αποτελεί στρεβλωτή της αγοράς (δημιουργεί τεχνητή ζήτηση) που μακροπρόθεσμα δεν είναι διατηρήσιμη και άρα οδηγεί σε επικίνδυνες ανισορροπίες. Κι όμως πολίτες και κυβερνήσεις ακόμη δεν έχουν μάθει το μάθημα της ιστορίας, αλλά κόπτονται και αγωνιούν για το εκ νέου άνοιγμα της στρόφιγγας των δανεικών. Εξάλλου η επιτηδευμένη απαξίωση αγαθών σε συνδυασμό με το επιθετικό μάρκετιγκ (προκειμένου να γυρίζει ολοέν ταχύτερα ο μύλος της παραγωγής  και των πωλήσεων) οδηγούν τελικά σε απίστευτη σπατάλη πόρων και ενέργειας και σε δημιουργία ολόκληρων βουνών από μη ανακυκλώσιμα σκουπίδια με απρόβλεπτες περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ομοίως στρεβλώνοντας τη λειτουργία των αγορών κατά αντίστοιχο τρόπο.

Ο αντίλογος ωστόσο σε όσους δαιμονοποιούν τον καταναλωτισμό είναι σαφής, αλλά αναρωτιέμαι αν εξακολουθεί να είναι πειστικός: Υποστηρίζεται η άποψη πως αν μειωθεί ο ρυθμός της καταναλωτικής μας φρενίτιδας ξαφνικά, θα υπάρξουν επαχθέστατες συνέπειες στην απασχόληση. Ουσιώδης μείωση κατανάλωσης θα οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής, και άρα μείωση των θέσεων εργασίας και αύξηση της ανεργίας. Μείωση της κατανάλωσης σημαίνει ύφεση, με όλα τα επακόλουθα μιας ύφεσης. Συνεπώς, αν πάψουμε να υπερκαταναλώνουμε (λέει αυτή η λογική) και αποφασίσουμε να ρυθμίζουμε την αγοραστική μας συμπεριφορά στη βάση μετρημένων αναγκών και όχι στη βάση άμετρων επιθυμιών, τότε πολύ απλά θα πεινάσουμε, και δε θα μπορούμε όχι μόνο τις επιθυμίες, αλλά ούτε καν τις ανάγκες να ικανοποιήσουμε, αφού θα έχει προηγουμένως καταρρεύσει η οικονομία συστημικά.

Αλλά τότε; Είμαστε άραγε εκ τούτου καταδικασμένοι να συνεχίσουμε να καταβροχθίζουμε τον πλανήτη ως ακόρεστες ακρίδες δέσμιοι του υπερκαταναλωτισμού μας, μέχρι να πεθάνουμε μαζί με τον πλανήτη; Δεν υπάρχει άραγε περιθώριο για μια άλλη πορεία, για μια πορεία Αειφορίας μάλλον και Συντήρησης (διαφύλαξης) της ευαίσθητης και τόσο μοναδικής γαλάζιας δάνειας κληρονομιάς μας σε μια προοπτική σταδιακής έλλογης Απομείωσης του επί γης ίχνους μας αντί μιας αέναης άλογης Ανάπτυξης, θέτοντας ως στόχο τον περιορισμό ή την βελτιστοποίηση της επίπτωσης από την παρουσία του ανθρώπινου είδους στον πλανήτη, με παράλληλη έμφαση στο ευ ζην, στη βάση της αλήθειας πως ουκ εν τω πολλώ το ευ αλλ’ εν το ευ το πολλώ;

Δεν πρεσβεύω βεβαίως την ουτοπική επιστροφή σε ένα ρομαντικό αταβιστικό παρελθόν. Αντιθέτως πιστεύω στην ικανότητα του ανθρώπινου είδους για αληθινή αέναη πρόοδο, τεχνολογική, οικονομική, πνευματική, ηθική. Φαίνεται όμως πως η αέναη πρόδος στο εξής, για να είναι ακριβώς αέναη και απεριόριστη, θα πρέπει να συμβιβαστεί με τα περιορισμένα μέσα του πλανήτη μας, ώστε να μην οδηγηθεί σε πρόωρο ή οριστικό εκτροχιασμό. Η οικονομική μας σκέψη θα πρέπει να αλλάξει άρδην, με στόχο πρώτον την επαναφορά του καπιταλισμού στις σίγουρες τροχιές που ορίζουν πραγματικές ανάγκες και παρούσες δυνατότητες (χωρίς τεχνητό φούσκωμα με μάρκετιγκ και δανεικά αντίστοιχα) και δεύτερον με δημιουργία προϊόντων ολικά ανακυκλώσιμων και μακρότερης ωφέλιμης διάρκειας, με παράλληλη μέριμνα ώστε να αποφευχθούν οι όποιες υφεσιακές παρενέργειες, ή άλλως να ενσωματωθούν αυτές στον οικονομικό μας σχεδιασμό. Με άλλα λόγια πρέπει να βρούμε τρόπο ουσιώδους επιβράδυνσης του ρυθμού ανάλωσης των πόρων του πλανήτη, με την ελάχιστη δυνατή επίτπωση στο βιωτικό μας επίπεδο. Αντίθετα η συμβατική αντίληψη περί ανάπτυξης κατατείνει στην αντίστροφη πορεία ανέλεγκτης ή ηθελημένης επιτάχυνσης αυτών των ρυθμών.

Εξάλλου, καθώς σχεδιάζουμε νέες κοινωνίες όπου η περεταίρω τεχνολογική πρόοδος στο εγγύς και απώτερο μέλλον θα επιτρέψει τη γεωμετρική αύξηση της παραγωγικότητας καθώς και την τελική απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα με εναλλακτική ενεργειακή υπεραφθονία, και όπου οι δυνητικές υπεραξίες θα αυξάνονται με αλματώδεις ρυθμούς ίσως αντίστροφα με την απασχόληση, θα γίνει σαφές ότι θα πρέπει να βρούμε ένα πειστικό και πρακτικό τρόπο κοινωνικοποίησης των σχετικών υπεραξιών, αν βεβαίως μας ενδιαφέρει να συνεχίσουν να λειτουργούν οι μηχανισμοί της αγοράς και να συνεχίζουν να υπάρχουν πολίτες και μια μεσαία τάξη με ανταλλάξιμα εισοδήματα, που να λειτουργούν ως έλλογοι, αυτεξούσιοι και όχι πια χειραγωγούμενοι καταναλωτές, άλλως το καπιταλιστικό σύστημα όπως το ξέρουμε θα κινδυνεύσει να γίνει θύμα της ίδιας του της επιτυχίας.

Ο κόσμος βρίσκεται σε μια δραματική μετάβαση, όπου παραδόξως τη στιγμή ακριβώς που από κεκτημένη ταχύτητα όλοι μοιάζει να ομνύουν περισσότερο παρά ποτέ στο άγιο δισκοπότηρο της οικονομικής ανάπτυξης, γίνεται πλέον σαφές ότι η ανάπτυξη, όπως την ξέραμε, ανήκει ήδη στο παρελθόν, ήταν απλά το παρωχημένο όραμα του αχόρταγου 20ου αιώνα, του αιώνα των συγκρούσεων και των υπερβολών, ενώ ο 21ος αιώνας κατ’ανάγκη θα είναι ο αιώνας του φωτός και του μέτρου στον οποίο η ανθρωπότητα (αν πρόκειται να επιβιώσει) θα κάμει τα πρώτα βήματα προς την ενηλικίωση και την πνευματική και ηθική ωρίμανση, θα είναι ο αιώνας της συμφιλίωσης με (και ανάληψης ευθύνης για) το περιβάλλον, της νέας οικονομικής σκέψης στην αρχή του νέου οράματος της Αειφορίας / Διατηρησιμότητας (Sustainability), βασικό στοιχείο του οποίου βεβαίως θα είναι και η τελική ένταξη του τρίτου κόσμου στα σαλόνια του παγκόσμιου καπιταλισμού σε ισότιμη βάση και στη λογική της υγιούς ζήτησης στον αντίποδα του μέχρι τούδε άλογου και άρρωστου υπερκαταναλωτισμού.

Στο μεταξύ και μέχρι ο κόσμος συνολικά να βρει το βηματισμό του προς αυτή τη νέα προοπτική, στα καθημάς όπου υπό τις παρούσες συνθήκες παρόμοιες ευρύτερες αναζητήσεις φαντάζουν ανεπίτρεπτη πολυτέλεια, ας ευχηθούμε καλή επιτυχία στον αρμόδιο νέο υπουργό καθώς η μικρή Ελλάς πασχίζει να ξανασταθεί στα πόδια της με επιστροφή σε ρυθμούς ανάπτυξης, αν και φοβούμαι πως οι αντικειμενικές δυσχέριες είναι τέτοιες και τόσες, ώστε ακόμη και οι εγνωσμένες ικανότητες και αντοχές του φιλότιμου και σεμνού Κ. Χατζηδάκη ίσως δεν αρκέσουν από μόνες τους για να ξορκίσουν την ύφεση. 

No comments:

Post a Comment