Αντιμετώπιση του χρέους μπορεί να διευκολυνθεί αν πετύχουμε ανάπτυξη, όμως οπωσδήποτε προϋποθέτει ως πρώτο βήμα το μηδενισμό του ελλείμματος. Όμως μείωση ελλείμματος (με μείωση δαπανών ή αύξηση εσόδων) οδηγεί σε ύφεση μεσοπρόθεσμα. Εξάλλου
η ανάπτυξη δε διατάσσεται και μακροπρόθεσμα προϋποθέτει τη δημοσιονομική σταθεροποίηση, ώστε οι επενδυτές να ξαναεμπιστευτούν την οικονομία μας. Ακούγεται οξύμωρο, αλλά προϋπόθεση της ανάπτυξης μακροπρόθεσμα είναι η ύφεση βραχυπρόθεσμα. Υπάρχουν όμως τρόποι να περιοριστεί η ύφεση. Το να λεν κάποιοι το αυτονόητο, πως δηλαδή η λιτότητα οδηγεί σε ύφεση και να κατακρίνουν γι’ αυτό την λιτότητα, δεν βοηθά, αφού δεν έχουν να αντιπροτείνουν πώς να αποφύγουμε τη λιτότητα (τη μείωση του ελλείμματος), δεδομένου ότι οι αγορές δε μας δανείζουν πια. Διότι αυτοί που λέγουν όχι στη λιτότητα είναι οι ίδιοι που λέγαν και όχι στην αποπληρωμή του χρέους, στέλνοντας το μήνυμα στις αγορές να μη μας δανείσουν άλλα. Άρα εδώ που είμαστε δεν έχουμε άλλη επιλογή. Θα μηδενίσουμε υποχρεωτικά το έλλειμμα (προξενώντας αναπόδραστα ύφεση). Όμως το με ποιό τρόπο θα το πετύχουμε αυτό (και άρα πόσο βαθειά θα είναι η ύφεση) επιδέχεται συζήτηση. Το τί φορολογικό σύστημα θα υιοθετήσουμε, το αν θα επιχειρήσουμε τη μείωση του ελλείμματος με αύξηση των φόρων (όπως γίνεται μέχρι τώρα) ή με μείωση δαπανών, αυτό είναι ανοιχτό σε συζήτηση.
η ανάπτυξη δε διατάσσεται και μακροπρόθεσμα προϋποθέτει τη δημοσιονομική σταθεροποίηση, ώστε οι επενδυτές να ξαναεμπιστευτούν την οικονομία μας. Ακούγεται οξύμωρο, αλλά προϋπόθεση της ανάπτυξης μακροπρόθεσμα είναι η ύφεση βραχυπρόθεσμα. Υπάρχουν όμως τρόποι να περιοριστεί η ύφεση. Το να λεν κάποιοι το αυτονόητο, πως δηλαδή η λιτότητα οδηγεί σε ύφεση και να κατακρίνουν γι’ αυτό την λιτότητα, δεν βοηθά, αφού δεν έχουν να αντιπροτείνουν πώς να αποφύγουμε τη λιτότητα (τη μείωση του ελλείμματος), δεδομένου ότι οι αγορές δε μας δανείζουν πια. Διότι αυτοί που λέγουν όχι στη λιτότητα είναι οι ίδιοι που λέγαν και όχι στην αποπληρωμή του χρέους, στέλνοντας το μήνυμα στις αγορές να μη μας δανείσουν άλλα. Άρα εδώ που είμαστε δεν έχουμε άλλη επιλογή. Θα μηδενίσουμε υποχρεωτικά το έλλειμμα (προξενώντας αναπόδραστα ύφεση). Όμως το με ποιό τρόπο θα το πετύχουμε αυτό (και άρα πόσο βαθειά θα είναι η ύφεση) επιδέχεται συζήτηση. Το τί φορολογικό σύστημα θα υιοθετήσουμε, το αν θα επιχειρήσουμε τη μείωση του ελλείμματος με αύξηση των φόρων (όπως γίνεται μέχρι τώρα) ή με μείωση δαπανών, αυτό είναι ανοιχτό σε συζήτηση.
Η εντύπωση πως είμαστε σε αδιέξοδο φαύλο κύκλο, που ενώ αυξάνουμε τους φόρους μειώνονται τα έσοδα λόγω της διαρκώς εντεινόμενης ύφεσης, δεν είναι εσφαλμένη και πρέπει να προβληματίσει. Το πρώτο κεφάλαιο στο μάθημα πολιτικής οικονομίας διδάσκει περί την χρυσή τομή ανάμεσα στους φορολογικούς συντελεστές και στα έσοδα από τη φορολογία. Είναι παλαιόθεν γνωστή αλήθεια πως η υπερφορολόγηση οδηγεί σε τελική μείωση εσόδων, καθώς στραγγαλίζει την οικονομία και απαξιώνει τη φοροδοτική δυνατότητα των πολιτών. Το φορολογικό σύστημα πρέπει να έχει συγκεκριμένη αναπτυξιακή στόχευση (που θα εξηγήσω) και να σχεδιαστεί με στόχο την ορθολογική μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας ανεξάρτητα από την τρέχουσα κρίση και έξω από ανορθολογικές πιέσεις για διαρκώς μεγαλύτερα έσοδα. Δεν μπορεί να προσδιορίζουμε τους φόρους με κριτήριο τις δαπάνες. Το αντίθετο, σαν καλοί νοικοκύρηδες πρέπει να προσδιορίζουμε τις δαπάνες με αφετηρία τα έσοδα, όταν δηλαδή έχουμε σαφή εικόνα του ποσού των μέγιστων φόρων που μπορούμε ρεαλιστικά να μαζέψουμε από την οικονομία λειτουργώντας ορθολογικά και ήπια. Η άσκηση φορολογικής πολιτικής υπό το κράτος πανικού ή υπό την πίεση των ελλειμμάτων έχει αποδειχθεί καταστρεπτική.
Για να το θέσουμε χονδρικά, ας δεχθούμε (χάριν παραδείγματος) ότι η χρυσή τομή για τον επιμερισμό του εθνικού εισοδήματος είναι 1/3 για το κράτος, 2/3 για τον πολίτη. Δεν επιμένω στο ακριβές κλάσμα. Μπορεί να είναι λίγο πάνω ή λίγο κάτω. Σίγουρα όμως όσο πλησιάζουμε στο 50:50 το σύστημα αρχίζει να αποσταθεροποιείται. Αν ο πολίτης πρέπει να μοιράζεται το εισόδημα του μεσ’ στη μέση με το κράτος, είναι λογικό να πάψει να ενδιαφέρεται για την αύξηση του εισοδήματος του, ή το χειρότερο να αναζητεί τρόπους να διαφύγει την πληρωμή των φόρων. Αν λοιπόν καταλήγουμε σε ένα υποθετικό σημείο ισορροπίας περίπου 35%:65%, αυτό σημαίνει πως το έσοδα του δημοσίου δεν θα πρέπει (χονδρικά) να υπερβαίνουν το 35% του ΑΕΠ. Με αυτό ως δεδομένο οφείλουμε να φροντίσουμε ώστε οι δαπάνες μας να μην υπερβαίνουν αυτό το ποσοστό, άλλως θα έχουμε ελλείμματα. Σήμερα οι δαπάνες του Ελληνικού κράτους είναι στο 55% επί του ΑΕΠ, αλλά τα έσοδα μετά βίας περνούν το 45%. Κάποιος θα έλεγε ότι 45% είναι ήδη υπερβολικά υψηλό, ώστε αντί να προσπαθούμε μάταια να το αυξήσουμε παραπέρα, πρέπει απλώς να μειώσουμε τις δαπάνες.
Το ποσό της μείωσης που απαιτείται είναι τεράστιο (ισοδυναμεί με σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ), και θα έχει επίπτωση σε μισθούς, συντάξεις, παροχές. Όμως πρέπει να γίνει. Πρέπει να φτιάξουμε ένα κράτος στα μέτρα της οικονομίας μας, κι όχι να προσπαθούμε μάταια να ξεχειλώσουμε την οικονομία στα μέτρα του τεράστιου αδηφάγου κράτους με σπασμοδικές φοροεπιδρομές που οδηγούν σε ερήμωση της παραγωγικής βάσης της οικονομίας. Άρα πρέπει και να επανασχεδιάσουμε από την αρχή το φορολογικό μας σύστημα.
Αν ενδιαφερόμαστε πραγματικά για τη μεγιστοποίηση των φορολογικών εσόδων, θα πρέπει να προσδώσουμε τα εξής χαρακτηριστικά στο νέο φορολογικό σύστημα, ώστε αυτό να γίνει πιο ορθολογικό και λιγότερο “φορομπηχτικό”:
I. Δραστική απλοποίηση (ό,τι δε χωρά σε μία κόλλα Α4 είναι απαράδεκτο)
II. Διεύρυνση της φορολογικής βάσης (να πληρώνουν όλοι – σύνδεση εφοριών με τράπεζες – υιοθέτηση ηλεκτρονικού χρήματος)
III. Μείωση των συντελεστών σε ανεκτό επίπεδο (να απολαμβάνουμε τα αγαθά των κόπων μας)
IV. Αναπτυξιακή διάσταση
Αντιλαμβάνομαι ότι τα περί αναπτυξιακής διάστασης τ’ ακούμε βερεσέ. Όλοι παπαγαλίζουν την καραμέλα της ανάπτυξης, αλλά κανείς δε μας λέει συγκεκριμένα τί αυτή χρειάζεται. Θα ξεκινήσω λοιπόν από το τελευταίο:
Αναπτυξιακή Διάσταση: Η ανάπτυξη χρειάζεται κεφάλαια. Αυτά μπορεί θεωρητικά να είναι είτε δανεικά, είτε ίδια κεφάλαια. Τα δανεικά τώρα στέρεψαν, και άλλωστε είδαμε που οδήγησε ο υπερδανεισμός της προηγούμενης 30ετίας. Την προσεχή δεκαετία θα είμαστε ούτως ή άλλως εκτός αγορών. Δανεικά δεν θα υπάρχουν ούτε για δείγμα. Πρέπει άρα αν θέμε να δούμε ανάπτυξη, επενδύσεις και απασχόληση στο βάθος του τούνελ, να προσελκύσουμε ίδια κεφάλαια. Να πείσουμε ιδιώτες εντός ή εκτός των συνόρων να επενδύσουν και να ρισκάρουν τα χρήματα τους στη χώρα μας. Πρέπει να τους δώσουμε ανταγωνιστικούς χαμηλούς συντελεστές, απόλυτα σταθερό και ήρεμο περιβάλλον, και ευνοϊκή μεταχείριση του κεφαλαίου, ευνοϊκές συνθήκες στα εργασιακά, και πάταξη της διαφθοράς και της γραφειοκρατίας, αλλιώς θα πάν αλλού και χωρίς τα κεφάλαια τους, χωρίς επενδύσεις η ανάπτυξη δεν θα έρθει ποτέ και οι οικονομία μας θα είναι καταδικασμένη σε αέναο μαρασμό και ατέρμονη συρρίκνωση.
Επίσης, η ανάγκη να σπρώξουμε την οικονομία από την κατανάλωση στην παραγωγή και από τις εισαγωγές προς τις εξαγωγές, ώστε να αντιμετωπίσουμε την ανισορροπία στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, σημαίνει ότι πρέπει το φορολογικό μας σύστημα να εξυπηρετεί αυτούς τους στόχους για εξωστρέφεια (π.χ. με υψηλό ΦΠΑ που χτυπά την κατανάλωση). Μια άλλη μέριμνα είναι να διευκολύνουμε στη χώρα μας (που έχει μακράν το υψηλότερο επίπεδο αυτοαπασχόλησης) τη συγκέντρωση και την κινητικότητα του κεφαλαίου, προκειμένου να διοχετευθεί αυτό σε καθετοποιημένες διεθνώς ανταγωνιστικές χρήσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας και να ξεφύγουμε από το γνωστό ελληνικό “εσωστρεφές” μή ανταγωνιστικό ρηχό μικρομάγαζο. Πρέπει άρα να πάψουμε να τιμωρούμε τις μεταβιβάσεις και τη σώρρευση κεφαλαίου, αλλά αντιθέτως να τις διευκολύνουμε φορολογικά.
Προς τούτο, οι ακόλουθες “αναπτυξιακές” αρχές πρέπει να υιοθετηθούν από το νέο φορολογικό μας σύστημα:
i. Όχι αντικίνητρα στην συγκέντρωση και την κινητικότητα του κεφαλαίου
ii. Ναι στη λογική καθολική φορολόγηση εισοδημάτων και υπεραξιών (ήτοι φόρο στην αύξηση του κεφαλαίου, όχι στην απλή κατοχή).
iii. Ευνοϊκή (διεθνώς ανταγωνιστική) φορολόγηση επιχειρήσεων
iv. Υψηλή φορολογία στην κατανάλωση (με εξαίρεση σε εξωστρεφείς τομείς, π.χ. τουρισμός).
v. Είσπραξη στην πηγή με ευρεία αμοιβαία χρήση του συμφηφισμού.
vi. Κατάργηση ασφαλιστικών εισφορών και ενσωμάτωση στο φόρο εισοδήματος.
Πώς μεταφράζονται αυτά στην πράξη; Ιδού μια πρόταση για ένα νέο φορολογικό σύστημα που ελπίζω χωρά σε μία κόλλα Α4:
- Φόρος Εισοδήματος
§ προσώπων
· Ενιαίος Συντελεστής 35% (εκ του οποίου 30% φόρος, και 5% ασφάλιση)
· Αφορολόγητο Όριο: 7,000 ευρώ (αναπροσαρμοζόμενο ανά τετραετία)
· Από μερίσματα 15%
§ Επιχειρήσεων
· Ενιαίος Συντελεστής για εταιρείες 17%
- Φόρος Υπεραξίας (για την αύξηση αξίας κεφαλαίου, ακινήτων, μετοχών, κλπ, κατά τη ρευστοποίηση)
§ 20%
- Ανταποδοτικά Τέλη
§ τέλος ακινήτων προς ΟΤΑ 0.1% επί της αξίας του ακινήτου ετησίως
§ Χαρτόσημο για μεταβίβαση κεφαλαίου (κληρονομιές, γονικές παροχές, δωρεές) 0.5% επί της αξίας του κεφαλαίου για μεταβιβάσεις αξίας άνω του Αφορολόγητου Ορίου
§ Τέλη Κυκλοφορίας: κλίμακα με περιβαλλοντικά κριτήρια
- ΦΠΑ
§ Χαμηλός (τρόφιμα – είδη πρώτης ανάγκης – φάρμακα) 15%
§ Ψηλός (όλα τα άλλα) 25%
§ Τουριστικά 5%
- Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης
§ Τσιγάρα – Ποτά – Ουσίες 100%
§ Καύσιμα 40%
Κάθε άλλος φόρος, εισφορά ή τέλος πρέπει να καταργηθεί. Το νέο φορολογικό μας σύστημα πρέπει να είναι φιλικό στην επιχειρηματικότητα, απλό και κατανοητό από ένα μαθητή 1ης δημοτικού, ήπιο, ώστε να μην εξωθούνται όλοι στη φοροδιαφυγή, και να μη στραγγαλίζεται η οικονομική δραστηριότητα, αυστηρό στην εφαρμογή του, χωρίς περιθώρια φοροαποφυγής, με δικτύωση των εφοριών με τις τράπεζες και με υιοθέτηση του ηλεκτρονικού χρήματος, και με καθολικό πόθεν έσχες. Προπαντός το νέο φορολογικό σύστημα πρέπει να είναι σταθερό, δηλαδή να μην αλλάξει καθόλου για τουλάχιστο 10 χρόνια (με εξαίρεση κάποιες μεταβλητές όπως περιοδική αναπροσαρμογή του αφορολόγητου ορίου).
Η σημερινή πολυπλοκότητα, η αλληλεπικάλυψη πολλαπλών διαφορετικών φόρων, οι δυσβάστακτοι συντελεστές, η σχιζοφρένεια της υπερφορολόγησης κεφαλαίου ακόμη κι αν δεν αποδίδει εισόδημα, και η ακόμη επαχθέστερη φορολόγηση του όποιου τελικά πραγματοποιούμενου εισοδήματος, έχουν μετατρέψει την φορολογία από μέσο προόδου σε τροχοπέδη κάθε ανάπτυξης. Το υπάρχον φορολογικό σύστημα είναι το μέγιστο αντικίνητρο στην αναπτυξιακή δυναμική, ο μέγιστος λόγος που η χώρα έχει βυθιστεί σε τέτοια βαθύτατη ύφεση. Στο τέλος – τέλος, ο πολίτης μιας πολιτισμένης δυτικής δημοκρατίας δικαιούται να έχει μια σταθερή, απλή και προβλέψιμη σχέση εμπιστοσύνης με τη διοίκηση. Το κράτος άλλωστε υπάρχει μόνο για να υπηρετεί τον πολίτη, όχι για να ληστεύει το βιός του και να τον οδηγεί στην εξαθλίωση, τιμωρώντας τον αν κάτι απέκτησε με κόπους μιας ζωής.
Είναι δουλειά των πολιτικών να φροντίζουν ώστε να μην ξοδεύουν περισσότερα από όσα ένα τέτοιο σταθερό, απλό και ήπιο φορολογικό σύστημα μπορεί να αποδώσει. Είναι ευθύνη των πολιτικών να φτιάξουν ένα κράτος λιτό και αποτελεσματικό στα μέτρα της οικονομίας μας. Ένα τέτοιο απλό, δίκαιο και αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα σε συνδυασμό με άλλα αναγκαία μέτρα πάταξης της φοροδιαφυγής, μείωσης του κράτους και της παρέμβασης του κράτους στην οικονομία, περιορισμού της διαφθοράς, απελευθέρωσης των αγορών, ιδίως της αγοράς εργασίας, μπορεί να αποτελέσει συστατικό στοιχείο της φιλελεύθερης προοδευτικής επανάστασης που έχει ανάγκη ο τόπος, ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να ξεφύγει από το φαύλο υφεσιακό κύκλο και να ξαναγίνει παραγωγική και ανταγωνιστική, διότι στο τέλος η ευημερία όλων μας θα εξαρτηθεί αποκλειστικά από την ποιότητα των προϊόντων που θα παράγουμε στο μέλλον, την υψηλή προστιθέμενη αξία της εργασίας μας και τον εξαγωγικό δυναμισμό της οικονομίας μας.
Όμως μια τέτοια φορολογική επανάσταση προϋποθέτη την πολιτική επανάσταση για την οποία έχω γράψει αλλού, ώστε να έρθουν στο προσκήνειο οι νέες πολιτικές δυνάμεις που πιστεύουν πραγματικά στην επιχειρηματικότητα και στο λιτό επιτελικό κράτος και μπορούν να υλοποιήσουν ένα τέτοιο φιλόδοξο σχέδιο πλήρους μεταστροφής της οικονομίας και της κοινωνίας μας. Να δώσουμε το σύνθημα στις αγορές πως η Ελλάδα είναι open for business.
Αγαπητέ κύριε Περυσινάκη συμφωνώ στο σύνολο του σκεπτικού καθώς και στην ενσωμάτωση των ασφαλιστικών εισφορών στο φόρο εισοδήματος. Αυτό βεβαίως θα πρέπει να έχει ως συνέπεια και την ενιαιοποίηση της εθνικής σύνταξης. Έχω όμως αντιρρήσεις στα συγκεκριμένα ποσοστά του ενιαίου φόρου. Δηλαδή θεωρώ πολύ υψηλό το ποσοστό του ενιαίου φόρου στο 35%. Θεωρώ ότι δεν θα πρέπει να υπερβαίνει ενιαία για όλα τα εισοδήματα το 25% και για τις εταιρείες το 15%. Ειδική φορολογική μεταχείριση νομίζω ότι πρέπει να γίνει σε αλλοδαπές επιχειρήσεις που επενδύουν στην Ελλάδα. Για το ΦΠΑ θα πρέπει να οριστούν δύο ποσοστά: Ένα γενικό ΦΠΑ που να μην υπερβαίνει το μέσον ισχύον της ευρωζώνης και ένα μικρότερο ενιαίο για είδη και υπηρεσίες πρώτης ανάγκης (συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού) 10%.
ReplyDeleteΣυμφωνώ για την εθνική σύνταξη, και επίσης δεν αντιλέγω στις παρατηρήσεις για τα ποσοστά. Τα έθεσα ενδεικτικά ως ανώτατα ανεκτά όρια. Ενδελεχέστερη οικονομετρική μελέτη ασφαλώς απαιτείται για να καταλήξει κανείς στη λεπτομέρεια, λαμβάνοντας υπ' όψη πόσο θα αποφέρει το καθετί. Η ουσία είναι το σύστημα να είναι Ήπιο, Απλό, Σταθερό, Αναπτυξιακό και Δίκαιο.
ReplyDeleteΘερμούς χαιρετισμούς και ευχές για το Νέο Έτος
Παναγιώτης