Η ενστικτώδης (ανακλαστική) αντίδραση έναντι ενός κινδύνου μπορεί συχνά, παρά τις καλές προθέσεις, να οδηγήσει σε λάθος αντιμετώπιση και τελικά σε μεγαλύτερη έκθεση στον κίνδυνο. Η ανακλαστική αντίδραση κάποιου που βυθίζεται σε κινούμενη άμμο είναι να παλέψει απελπισμένα για να βγει, κι όμως όσο πιο βίαια παλεύει, τόσο βυθίζεται. Αντίθετα, η ψυχραιμία σώζει. Κάτι αντίστοιχο ισχύει στα οικονομικά. Ζητούμε να διαφύγουμε από την “κινούμενη άμμο” της κρίσης, και της φτώχιας, αλλά ενστικτωδώς (ανακλαστικά) καταφεύγουμε στον κοντόφλαθμο προστατευτισμό, αντί να σταθμίζουμε ψύχραιμα τις παραμέτρους. Έτσι πετυχαίνουμε το αντίθετο από αυτό που επιδιώκουμε, παραβλέποντας πιο πρόσφορες λύσεις, που ίσως ξεφεύγουν από το αυτονόητο και την πεπατημένη. Τα παραδείγματα από τις αρνητικές επιπτώσεις του προστατευτισμού είναι πολλά, αλλά έχει σημασία να αναφέρουμε μερικά, για να καταδείξουμε γιατί πάσχει τόσο θεμελιακά ο τρόπος με τον οποίο τόσο απλουστευτικά και αδέξια προσεγγίζουμε την πολιτική στη χώρα μας. Ο προστατευτισμός είναι έκφανση και απότοκος του λαϊκισμού.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1ο: ΜΑΥΡΗ ΑΓΟΡΑ (ΜΕΓΙΣΤΕΣ ΤΙΜΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ)
Σε περιόδους κατάρρευσης της προσφοράς, ή έκρηξης της ζήτησης, οι τιμές βασικών αγαθών εκτοξεύονται στα ουράνια. Έρχονται λοιπόν οι πολιτικοί πανικόβλητοι και νομοθετούν πλαφόν στις τιμές (ή πιο σπάνια επιβάλλουν δελτίο). Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας ανακλαστικής (σπασμωδικής) ενέργειας, είναι ότι τα προϊόντα εξαφανίζονται από τα ράφια, και καταλήγουν στη μαύρη αγορά, ακόμη ακριβότερα, μια και στο κόστος έχει προστεθεί το ρίσκο της παραβατικότητας. Ακόμη και ο τουφεκισμός των παραβατών (μαυραγοριτών) έχει αποδειχθεί εμπειρικά αδύνατος να εξαλείψει τέτοια φαινόμενα. Το μαυραγοριτισμό εξαλείφει το υγιές εμπόριο, η αύξηση της προσφοράς, κι όχι η ισχυρή αστυνομία.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2ο: ΧΩΜΑΤΕΡΕΣ (ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΤΙΜΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ)
Οι λαϊκίζοντες πολιτικοί άλλοτε (ως ικανότατοι ψηφοθήρες) υπόσχονται στους αγρότες εγγυημένες ελάχιστες τιμές για τα προϊόντα τους (προφανώς σε βάρος του καταναλωτή που πληρώνει ακριβότερα και σε βάρος του φορολογούμενου που σηκώνει το βάρος της επιδότησης). Το αποτέλεσμα είναι ο νόμος προσφοράς / ζήτησης να νοθεύεται και να μη λειτουργεί η αγορά, έτσι ώστε τα προϊόντα, καταλήγουν αντιθέτως στις χωματερές (διότι μόνο έτσι μπορεί να στηριχθεί τεχνητά η εγγυημένη ελάχιστη τιμή, με την απόσυρση από την αγορά τεράστιων ποσοτήτων, οι οποίες δημιουργήθηκαν σε τέτοια πληθώρα ακριβώς εξ αιτίας του δέλεαρ της επιδότησης). Έτσι πάλι οι καλές (αλλά ανόητες) προθέσεις των πολιτικών οδηγούν σε καταστροφή (κυριολεκτικά) της παραγωγής και σε αλόγιστη σπατάλη πόρων. Οι χωματερές είναι εφεύρημα της καταστροφικής Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθετα, σε μια ελεύθερη αγορά που αφήνεται να λειτουργήσει απρόσκοπτα, τίποτε δεν πάει στα αζήτητα, αφού το καθετί έχει μια τιμή “ισορροπίας”.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3ο: ΑΝΕΡΓΙΑ (ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΑΜΟΙΒΕΣ)
Ένα ακόμη πιο επίκαιρο παράδειγμα, αφορά στον λαϊκίστικο προστατευτισμό στην αγορά εργασίας, με αφετηρία την καλοπροαίρετη (περίπου αυταπόδεικτη) σκέψη πως είναι άδικο ο εργαζόμενος να είναι υποκείμενο στυγνής εκμετάλευσης και ότι είναι δίκαιο και πρέπον ο νόμος να παρέχει μια ελάχιστη προστασία υπό τη μορφή ελάχιστων αμοιβών. Η αλήθεια δυστυχώς είναι ότι ενώ προσπαθούμε να βοηθήσουμε, στην πραγματικότητα ο παρεμβατισμός στην εργασία οδηγεί το εργατικό δυναμικό βαθύτερα στην “κινούμενη άμμο” της κρίσης και της ύφεσης από την οποία υποτίθεται προσπαθούμε να ξεφύγουμε. Σε περίοδο, όπως σήμερα, κατάρρευσης της ζήτησης, όπου η ανάγκη για εργατικά χέρια μειώνεται και η ανεργία αυξάνεται, καταλήγουμε σε συνθήκες υπερπροσφοράς (έναντι υποτονικής ζήτησης) της εργασίας. Είναι απολύτως λογικό, με βάση τους νόμους προσφοράς και ζήτησης, το πραγματικό (αγοραίο) κόστος της εργασίας να μειώνεται. Η νομοθετική (ανακλαστική) κατοχύρωση αμοιβών σε ψηλώτερα επίπεδα από ό,τι μπορεί να στηρίξει η αγορά τελικά πλήττει τους εργαζόμενους και ιδιαίτερα τους άνεργους.
Όσο κι αν δε μας αρέσει, πρέπει να καταλάβουμε πως το αποτέλεσμα του προστατευτισμού στην αγορά εργασίας είναι ευθέως ανάλογο με ό,τι συμβαίνει με τις αγροτικές επιδοτήσεις. Το προσφερόμενο αγαθό (εργασία), του οποίου εγγυόμαστε ρυθμιστικά ένα ελάχιστο επίπεδο αμοιβής, καταλήγει αδιάθετο στις “χωματερές” του ΟΑΕΔ. Λόγω τις κρίσης είναι αναπότρεπτη η μείωση του συνολικού κύκλου εργασιών (τζίρου) της οικονομίας μας. Η συνολικά διαθέσιμη (προσφερόμενη) εργασία δεν μπορεί δυστυχώς να μειωθεί αντίστοιχα (αν και η μετανάστευση παίζει εδώ ένα μικρό ρόλο). Οι αμοιβές μοιραία υφίστανται πιέσεις. Όταν η πίττα μικραίνει, ή θα φαν όλοι ο καθένας μειωμένο κομμάτι και δε θα μείνει κανείς τελείως νηστικός, ή κάποιοι λίγοι και τυχεροί θα φαν αμείωτο κομμάτι, σε βάρος των άλλων που θα μείνουν εντελώς νηστικοί. Άλλωστε αυτού του τύπου η ανακλαστική λαϊκίστικη παρέμβαση στην αγορά έχει και άμεση αρνητική συνέπεια στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, δηλαδή στην ικανότητα μας να εξάγουμε προϊόντα, να κατακτούμε ξένες αγορές, και να αυξάνουμε έτσι το συνολικό κύκλο εργασιών μας, δηλαδή να μεγαλώνουμε προοπτικά την εθνική πίττα (ακόμη κι αν ομολογουμένως το κόστος εργασίας δεν είναι η μόνη συνιστώσα της ανταγωνιστικότητας). Ο προστατευτισμός οδηγεί στα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Μας σπρώχνει βαθύτερα στην “κινούμενη άμμο” και δε μας βοηθά να ξεφύγουμε από την παγίδα και το αδιέξοδο. Είναι λαϊκίστικη πολιτική και γι’ αυτό στην ουσία αντιλαϊκή. Οδηγεί όχι μόνο σε αύξηση της ανεργίας, αλλά και σε μείωση (ή πάντως μή αύξηση) της συνολικής πίττας, και γι’ αυτό είναι αδιέξοδη και ανάλγητη.
Αν νοιαζόμαστε για την εθνική οικονομία, αν πονούμε τις στρατιές των ανέργων πραγματικά και όχι υποκριτικά, αν αγωνιούμε για το μέλλον αυτού του τόπου, από τον οποίο όλοι σήμερα θέλουν να δραπετεύσουν, πρέπει να σκεφτούμε λογικά. Να αντισταθούμε στο ανακλαστικό ένστικτο του λαϊκισμού που μας σπρώχνει κάθε τρεις και λίγο να μετουσιώνουμε τις καλές μας προθέσεις σε αλυσιτελείς και καταστροφικές σπασμωδικές προστατευτικές πολιτικές. Πρέπει να απελευθερώσουμε επιτέλους τις αγορές. Να τις αφήσουμε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά, ώστε να εξαλείψουμε το μαυραγοριτισμό, τις χωματερές και την ανεργία.
Η ορθολογικοποίηση και η ψυχραιμία θα μας επιτρέψουν σιγά – σιγά να υπερβούμε τα αδιέξοδα. Αντιστρέφοντας επιτέλους το παραγωγικό μας μοντέλο, κάνοντας τα προϊόντα μας διεθνώς ανταγωνιστικά, ώστε να αυξήσουμε τις εξαγωγές, να μειώσουμε τις εισαγωγές, να φέρουμε επενδύσεις και να ξαναδούμε σα λαός προκοπή. Υιοθετώντας μια νέα ριζοσπαστική φορολογική πολιτική για την οποία έχω γράψει αλλού, μειώνοντας τον όγκο (και συνακόλουθο κόστος) και το εύρος της παρέμβασης του κράτους στην οικονομία (που λειτουργεί ως εμπόδιο στην όποια επιχειρηματικότητα), απελευθερώνοντας δράσεις, καταργώντας αδειοδοτήσεις, και υποκαθιστώντας ένα σύστημα καθολικού προληπτικού ελέγχου (με απίστευτη χαρτούρα, ενηρμερώτητες κλπ) με ένα σύστημα δειγματοληπτικού ελέγχου, ώστε να είναι εύκολη η απρόσκοπτη έναρξη κάθε οικονομικής δραστηριότητας, διότι πρέπει το κράτος πρώτο να εμπιστευτεί τους πολίτες του, αν θέμε και οι πολίτες τελικά να εμπιστευτούν το κράτος.
Αρκεί να θέσουμε τέρμα στο λαϊκισμό και τις φαινομενικά εύκολες (αλλά κουτές) λύσεις. Αρκεί να θέσουμε τέρμα στις κινήσεις πανικού ή εντυπωσιασμού και να λέμε το σωστό πάντα, κι όχι το αρεστό, έστω κι αν το μεν είναι λιγότερο “προφανές” ή περισσότερο “δυσνόητο” από το δε. Αρκεί να πορευτούμε στο μέλλον με βάση την κοινή (και όπου χρειάζεται την ψυχρή) λογική, και με γνώμονα όχι τους μύθους και αυταπάτες του παρελθόντος αλλά τις αλήθειες του μέλλοντος. Διότι πράγματι μόνο η ψυχρή λογική μπορεί πραγματικά να ζεστάνει σήμερα και να εμπνεύσει τις καρδιές των συνανθρώπων μας που περισσότερο από άλλους δοκιμάζονται δίπλα μας, των ανέργων και των νέων, οι οποίοι βλέπουν ότι οι σκοτεινές ανορθολογικές δυνάμεις του κρατοδίαιτου συνδικαλισμού, οι πρωθιερείς αυτοί του προστατευτισμού και της διαφύλαξης ανίερων κεκτημένων, είναι η μεγαλύτερη απειλή, το μεγαλύτερο εμπόδιο για την προκοπή τους, η οποία προκοπή εκάστου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη συνολική ανάταξη της εθνικής οικονομίας, που με τη σειρά της προϋποθέτει την απελευθέρωση των αγορών και την προώθηση των διαρθωτικών αλλαγών.